Η γλωσσολογική δυνατότητα της ελληνικής να σχηματίζει τερατωδώς πολυσύνθετες λέξεις είναι ένα φαινόμενο καλά πιστοποιημένο στο διάβα στο ιστορικού χρόνου. Όταν λοιπόν η γλωσσική αυτή ευχέρεια συνδυαστεί με τη λεξιπλαστική φαντασία του ομιλούντος, τότε ο συνδυασμός μπορεί να αποδειχθεί εκρηκτικός!
Λέξεις-σιδηρόδρομοι δηλαδή που έχουν βαλθεί να πουν και να περιγράψουν τα πάντα εντός της επικράτειάς τους, εκτοξεύοντας το πολυσύλλαβο στα ακρότατα όριά του.
Θα μπορούσε φυσικά να είναι ολόκληρες προτάσεις, αλλά σαν άσκηση λες του νου οι κοινωνοί της ελληνικής αποπειρώνται συχνά-πυκνά να σπάσουν τα κοντέρ της λεξιλογικής δημιουργικότητας, άλλοτε πετυχημένα και άλλοτε ολότελα αποτυχημένα.
Η μεγαλύτερη λέξη της ελληνικής μάς έρχεται από την αρχαιότητα και είναι παρακαταθήκη του μεγάλου μας κωμικού δραματουργού Αριστοφάνη. Είναι στις «Εκκλησιάζουσες» που ο σατιρικός ποιητής περιγράφει μια συνταγή, ένα φαγητό κοντολογίς που αποτελείται από όχι λιγότερα από 173 γράμματα. Για να το δούμε:
λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιολιπαρομελιτοκατακεχυμενοκιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτοπιφαλλιδο κιγκλοπελειολαγωοσιραιοβαφητραγανοπτερυγών
Είναι στους στίχους 1169-1175 που ο Αριστοφάνης περιγράφει τη μαγειρική συνταγή των 174 χαρακτήρων και 78 συλλαβών, που αποτελείται από όχι λιγότερα από 26 συνθετικά! Συστήνεται βέβαια θερμά να αποφύγετε πάση θυσία την παρασκευή του εκλεκτού(;) εδέσματος, καθώς το φαγητό περιέχει τα πάντα, ένα συνονθύλευμα από ψάρια, πουλερικά και θαλασσινά, διανθισμένα με λαγό και μέλι, τα οποία σιγοβράζουν για ώρες στη χύτρα.
Και για να κάνουμε λιανά το αριστοφανικό μακρινάρι, ιδού και τα συστατικά του ομολογουμένως περίεργου εδέσματος:
λοπάς (γεύμα)
τέμαχος (φέτα ψαριού)
σέλαχος (σαλάχι)
γαλεός (σκυλόψαρο)
κρανίον (κεφάλι)
λείψανον (υπόλοιπα)
δριμύς (πικάντικα)
υπότριμμα (διάφορα υλικά κοπανιστά)
σίλφιον (είδος του φυτού «νάρθηκας»)
κάραβος (κάβουρας)
μέλι
κατακεχυμένος (περιχυμένος)
κίχλη (το πουλί «τσίχλα»)
κόσσυφος (κοτσύφι)
φάττα (φασοπερίστερο)
περιστερός (οικιακό περιστέρι)
αλεκτρυών (κοκοράκι)
οπτός (ψητός)
κεφάλιον (κεφαλάκι)
κίγκλος (υδρόβιο πτηνό)
πέλεια (μαύρο βραχοπερίστερο)
λαγώος (λαγός)
σίραιον (βρασμένο κρασί)
βαφή (σάλτσα βουτήματος)
τραγανός
πτέρυξ (φτερό)
Η μεγαλύτερη αναμφίβολα λέξη της αρχαίας ελληνικής έπαιξε στο ελληνικό ίντερνετ ως η μεγαλύτερη του κόσμου (φυσικά!), με τις αναφορές να τη θέλουν κάτοχο του Ρεκόρ Γκίνες. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν επιβεβαιώνεται, τουλάχιστον έπειτα από το 1990, καθώς στο Βιβλίο Γκίνες η μεγαλύτερη λέξη του κόσμου είναι ένα σανσκριτικό μακρινάρι του 16ου αιώνα, ένα κοσμητικό επίθετο που περιγράφει μια χώρα και το συναντάμε σε ποιητικό-πεζό έργο, το οποίο μεταγραμματισμένο στο λατινικό αλφάβητο καλύπτει όχι λιγότερους από 428 χαρακτήρες (25 ολόκληρα επίθετα).
Με πληροφορίες από protothema.gr