Κύπρος
«Μας έκαναν να νιώσουμε σαν ζητιάνοι»
Μία πυρόπληκτη από την φονική πυρκαγιά που έκαψε την ορεινή Λεμεσό, εξομολογείται στη CITY την εμπειρία της σε χώρο φιλοξενίας.


Στις 23 Ιουλίου η Κύπρος έμελλε να βιώσει ακόμη μία μεγάλη καταστροφή, που άφησε πίσω της δυο νεκρούς και περίπου 125 τετραγωνικά χιλιόμετρα καμένης γης. Μία από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές που βίωσε η χώρα, μετά την τουρκική εισβολή, με το κράτος, για ακόμη μία φορά, να παρουσιάζεται ανίκανο να χειριστεί και κυρίως να προλάβει ένα πρόβλημα που αν μη τι άλλο, αποτελεί μία ρουτίνα για την Κύπρο, κατά την καλοκαιρινή περίοδο.
Οι μέρες πέρασαν, και παρότι υποτίθεται πως έγιναν έρευνες, πορίσματα και δόθηκαν αποτελέσματα, για ακόμη μία φορά κανείς δεν φέρει ευθύνη για τα λάθη, τις παραλείψεις και τις ελλείψεις εκείνων των ημερών, ενώ για ακόμη μία φορά οι κινήσεις εντυπωσιασμού δεν έλειψαν από την εξίσωση, για να συμπληρώσουν το παζλ της πολιτικής ατζέντας.
Στον αντίποδα και κάπου μεταξύ των αποζημιώσεων που ανακοίνωσε η προεδρία της ΚΔ και των Αμερικάνων ερευνητών που τελικά δεν είναι ξεκάθαρο το τι ήρθαν ακριβώς να κάνουν εδώ -σίγουρα πάντως όχι αυτό για το οποίο μας τους παρουσίασαν στην αρχή- υπάρχουν άνθρωποι που κλαίνε επί ερειπίων, καμένων περιουσιών και καμένων ζωών. Υπάρχουν άνθρωποι που έχασαν σπίτια και μνήμες χρόνων μέσα σε λίγες ώρες. Υπάρχουν άνθρωποι που ήταν πιο τυχεροί και δεν κάηκε το σπίτι τους, αλλά κάηκαν τα πάντα γύρω τους και καθημερινά ξυπνούν αντικρύζοντας ένα μεγάλο νεκροταφείο.
Μία τέτοια περίπτωση είναι και η Μαρίνα, της οποίας το σπίτι στην ορεινή Λεμεσό ευτυχώς δεν κάηκε, αλλά γύρω της τα πάντα έγιναν στάχτη.
«Όταν η πυρκαγιά ξέφυγε από τον έλεγχο και έφτασε στο χωριό ξεκινήσαμε να φεύγουμε άρον άρον. Ούτε θυμάμαι αν μας έδωσαν εντολή να εκκενώσουμε το χωριό ή αν φύγαμε πιο πριν. Έγιναν όλα τόσο γρήγορα που έχω κενά μνήμης ακόμα. Πήραμε ό,τι βρήκαμε μπροστά μας και φύγαμε για τη Λεμεσό. Επιστρέψαμε δύο μέρες μετά, όταν ήταν πλέον ασφαλές και η αλήθεια δεν ξέραμε τι θα βρούμε. Δεν ξέραμε αν είχαμε σπίτι ή αν κάηκε. Θυμάμαι να περνάμε με το αυτοκίνητο από τα καμένα και να κλαίω με λυγμούς από την καταστροφή που αντίκριζα. Μαύρο και στάχτη παντού. Η γη μας. Ο τόπος μας, καμένος. Φτάνοντας στο σπίτι μας, το ίδιο σκηνικό, μαύρο παντού. Όμως από μια ανεξήγητη τύχη το σπίτι μας γλύτωσε. Περιμετρικά η φωτιά κατέκαψε τα πάντα, δεν άφησε ούτε πράσινο ούτε υποδομές. Ευτυχώς τα σπίτια μας γλύτωσαν με μερικές εξωτερικές ζημιές. Αλλά και πάλι, δεν μπορούσαμε να μείνουμε μέσα. Δεν είχαμε ούτε νερό ούτε ρεύμα. Ενώ η μυρωδιά από τα καμένα ήταν τόσο απόκοσμη δεν μπορούσε να την αντέξει έμβιο όν».
Όπως αναφέρει η Μαρίνα στη CITY, όταν διαπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να μείνουν στο σπίτι τους μέχρι να επανέλθει το νερό και το ρεύμα, επικοινώνησαν με την Πολιτική Άμυνα για να τους ενημερώσουν για την κατάσταση και να τους βοηθήσουν με χώρο διαμονής. «Δεν είχαμε δυστυχώς κάποιον να μας φιλοξενήσει, και ούτε θέλαμε να γίνουμε βάρος, οπότε καταφύγαμε στην Πολιτική Άμυνα, καθώς όπως μας ενημέρωσαν πολλοί συμπολίτες μας είχαν προσφέρει χώρους διαμονής για τους πυρόπληκτούς. Από την Π.Α. μάς έστειλαν σε ένα ξενοδοχείο στη Λεμεσό, το οποίο είχε ανακοινώσει δωρεάν διαμονή σε άτομα που πλήγησαν από τη φωτιά. Πήγαμε στο ξενοδοχείο την ίδια μέρα το απόγευμα, νομίζω ήταν Παρασκευή. Την επόμενη ημέρα, πρωί Σαββάτου δηλαδή, μας χτυπάει την πόρτα μία υπάλληλος για να μας ενημερώσει ότι πρέπει να φύγουμε από το δωμάτιο. Της εξηγώ πως έχουν τα πράγματα, ότι είμαστε εδώ μερικές ώρες μόλις και πως είχαμε ενημέρωση από τους υπεύθυνους ότι μπορούμε να μείνουμε στο ξενοδοχείο έως ότου αποκατασταθεί το ηλεκτρικό στο σπίτι μας, ώστε να μπορούμε να επιστρέψουμε. Με κοίταζε κάπως περίεργα, αλλά μου είπε ότι θα μιλήσει με την reception και θα επιστρέψει. Πήγαμε όλοι μαζί στην υποδοχή, τους εξηγήσαμε ότι μας έστειλε η Πολιτική Άμυνα γιατί είμαστε πληγέντες και το σχόλιό τους ήταν: ‘’αα, οκ, αλλά εδώ έχουμε γραμμένα άλλα πράγματα. Μέχρι πότε θα μείνετε;’’
Της απάντησα ότι αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να το γνωρίζω, αφού δεν ξέρω πότε θα αποκαταστήσει τις βλάβες η ΑΗΚ και θα έχουμε ρεύμα στο σπίτι μας και πάλι. Με κοίταξε κάπως περίεργα και μου είπε, λες και μου έκανε χάρη, ότι θα μας δώσει παράταση έως τη Δευτέρα και βλέπουμε απ’ εκεί και πέρα τι θα γίνει».
Την επόμενη ημέρα, την Κυριακή το πρωί, η Μαρίνα με τον σύντροφό της κατεβαίνουν για πρωινό, και λίγο μετά που κάθισαν, τους πλησιάζει ένας σερβιτόρος και τους ζητάει να πληρώσουν. «Για λίγα λεπτά δεν πίστευα τι άκουγα, όχι γιατί είχα θέμα να πληρώσω ένα πρωινό, αλλά γιατί για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ώρες, βίωνα την ίδια συμπεριφορά. Του εξηγώ την κατάσταση, φεύγει για να επιβεβαιώσει τα λεγόμενά μου και επιστρέφοντας, μας κοιτάει με ύφος υποτιμητικό και μας λέει: ‘’α, είστε εσείς από τις φωτιές, ναι, είναι οκ, δεν χρειάζεται να πληρώσετε’’.»
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, η Μαρίνα με τον σύντροφό της επέστρεψαν στο σπίτι τους για να πάρουν μερικά απαραίτητα πράγματα και όταν πήγαν πίσω στο δωμάτιο του ξενοδοχείου τους, το κλειδί εισόδου ήταν απενεργοποιημένο. «Δοκιμάσαμε επανειλημμένα να μπούμε στο δωμάτιο, αλλά η κάρτα έβγαζε error, οπότε πήγαμε κάτω στην reception να ρωτήσουμε τι γίνεται. Τους λέμε τον αριθμό του δωματίου, ελέγχουν και μας λένε για ακόμη μία φορά ότι εμείς θα έπρεπε να είχαμε φύγει μέχρι τώρα. Τους εξηγώ για ακόμη μία φορά ότι είμαστε πυρόπληκτοι και ότι μας έστειλαν από την Πολιτική Άμυνα και ότι το ίδιο το ξενοδοχείο μάς έδωσε το δωμάτιο για τουλάχιστον τρεις ημέρες. Κάνει πως ελέγχει κάτι στο pc, σημειώνει κάτι άλλο και μας λέει με απαξιοτικό ύφος, είναι οκ, μπορείτε να πάτε στο δωμάτιο. Ωστόσο ήμασταν τόσο εκνευρισμένοι και προσβεβλημένοι από αυτή τη συμπεριφορά, που της είπαμε ότι δεν χρειάζεται να κρατήσει το δωμάτιο και ότι θα φύγουμε γιατί δεν ζητιανεύουμε ελεημοσύνη. Μαζέψαμε τα πράγματά μας και φύγαμε. Πραγματικά ένιωσα επαίτης και δεν μπορούσα κάθε μέρα να πρέπει να αποδεικνύω το λόγο που είμαι εκεί για να με κρατήσουν. Οπότε φύγαμε και κλείσαμε δωμάτιο σε άλλο ξενοδοχείο μέχρι που μπορέσαμε να επιστρέψουμε στο σπίτι μας. Την επόμενη ημέρα ενημέρωσα την Πολιτική Άμυνα και με διαβεβαίωσαν πως θα έκαναν κάτι για όλο αυτό που συνέβη. Από τότε δεν έχω ούτε από αυτούς νέα ούτε και κάποια άλλη βοήθεια, ενώ μας είχαν ενημερώσει πως όταν επιστρέψουμε στο σπίτι μας, θα μας βοηθούσαν και με κάποια προϊόντα ψυγείου, έως ότου σταθούμε ξανά στα πόδια μας».
Το θέμα, όπως μας διευκρινίζει η Μαρίνα, δεν ήταν ότι δεν τους βοήθησαν και χρειάστηκε μόνοι τους τελικά να βρουν την άκρη, με δικά τους έξοδα, το θέμα ήταν η συμπεριφορά που βίωσαν λαμβάνοντας υπόψιν και την ψυχολογική τους κατάσταση εκείνες τις ημέρες. «Δεν λέω πως ήταν όλοι έτσι, όσοι πρόσφεραν βοήθεια, απλώς μοιράζομαι τη δική μου εμπειρία και εύχομαι να μην βίωσαν άλλοι πυρόπληκτοι κάτι αντίστοιχο. Τουλάχιστον εγώ είμαι από τις τυχερές που έχω ακόμη το σπίτι μου. Έστω κι αν κάθε πρωί βλέπω ένα χάος έξω από το παράθυρό μου. Δεν μπορώ καν να φανταστώ τον πόνο όσων έχασαν τους ανθρώπους, τα σπίτια, τα ζώα και τη γη τους».