«Οι καλλιτέχνες που θέλουν να ανοίξουν φτερά πρέπει να φύγουν από την Κύπρο»

Η ατάκα αυτή μπορεί άνετα να παρεξηγηθεί, αναλόγως, φυσικά, του ποιος θα την πει αλλά και πως θα την ερμηνεύσει ο καθένας από εμάς.

Στην προκειμένη περίπτωση, η δήλωση αυτή αποκτά άλλη βαρύτητα αφού έρχεται από έναν σπουδαίο Κύπριο μουσικό, με σπουδές κλασσικής σύνθεσης και τζαζ πιάνου στο Berklee College of Music και μουσικής κινηματογράφου στο Conservatoire National Superieur de Lyon, ο οποίος το έκανε πράξη.

Ο Μάριος Τακούσιης βρέθηκε τυχαία στο Λονδίνο, αμέσως μετά τις σπουδές του, του άρεσε το κλίμα, είπε να στείλει emails σε διάφορα post-production studios, έστειλε καμιά διακοσαριά και... πήρε μόνο 3-4 απαντήσεις. Με επιμονή, υπομονή, θυσίες και σκληρή δουλειά, όμως, κατάφερε σπουδαία πράγματα.

Σήμερα, γράφει μουσική για κινηματογραφικές ταινίες και για τηλεοπτικές παραγωγές των BBC, Discovery Channel, MTV, Channel 4 κλπ, έχει γράψει το μουσικό θέμα του παιχνιδιού «Need For Speed: Hot Pursuit», απέσπασε διακρίσεις για τη μουσική του σε ταινίες, ενώ παράλληλα βρίσκει χρόνο και για πράγματα που, όπως ο ίδιος λέει, τον κάνουν να αισθάνεται καλλιτέχνης, όπως για παράδειγμα η καινούργια τους δουλειά με το Τακούσιης-Καραπατάκης Πρότζεκτ, αλλά και οι ενορχηστρώσεις στον τρίτο «Τεμπέλη Δράκο» με τα παιδικά του Γιώργου Χατζηπιερή.

Κι αν μετά απ’ όλα αυτά, υπάρχει ακόμα κόσμος που ενοχλείται με τον τίτλο-ατάκα του Τακούσιη, θα επικαλεστώ μια δήλωση του εξαίρετου σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά: «Ξέρετε, ακούω συχνά ότι ‘ο Έλληνας πετυχαίνει μόνο στο εξωτερικό’ και το θεωρώ άδικο. Ο Έλληνας ή ο οποιοσδήποτε πετυχαίνει όταν πάει σε ένα μέρος που του παρέχει τις συνθήκες να εξελιχθεί»…



 


Article featured image
Article featured image

Μάριε, αφορμή για την επίσκεψή σου στην Κύπρο αποτελεί κυρίως η παρουσίαση του νέου σας δίσκου «Colours of Another Sky» με το Τακούσιης-Καραπατάκης Πρότζεκτ;

Ναι, είναι ο τρίτος μας δίσκος και μια εξέλιξη της μουσικής μας. Παρόμοια ακούσματα με τον προηγούμενο, σχεδόν ίδιοι παίκτες, ο David Lynch στο σαξόφωνο, ο Κρητικός Ζαχαρίας Σπυριδάκης στη λύρα, ο Στέλιος Ξυδιάς στα ντραμς… Είναι, ας πούμε, ένα βήμα παραπέρα.


Τα κομμάτια μας σε αυτό τον δίσκο έχουν πολύ χαρακτηριστικές μελωδίες. Σχεδόν τις τραγουδάς.




 

Πόσο διαφέρει από τις δύο προηγούμενες δουλειές σας;

Το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του δίσκου είναι πως, η μουσική μας είναι περισσότερο βασισμένη στο μινιμαλισμό. Δεν μας ενδιέφερε, δηλαδή, να δείξουμε τις δεξιότητες του κάθε παίκτη όπως συμβαίνει συνήθως με την jazz, έστω κι αν η μουσική μας είναι κάτω από αυτή την ομπρέλα. Δεν θέλαμε, για παράδειγμα, να φύγει εντελώς κάποιος μόνος του ή να δείξει τεχνική. Σε αυτό το project δεν επιδιώξαμε αυτό το πράγμα, αλλά κυρίως θέλαμε να αναδειχθεί η μελωδία. Σκοπός μας είναι να μπορεί ένα κομμάτι να σε αγγίξει πραγματικά. Αφοσιωθήκαμε στη μελωδία, στην ενορχήστρωση. Παρόλο που στα περισσότερα κομμάτια παίζουν 3-4 άτομα, ενορχηστρωτικά και ο τρόπος που είναι καμωμένα, έχουν ενδιαφέρον. Εδώ δεν υπάρχει το στερεότυπο, το american concept, ότι παίζουμε μια μελωδία και μετά φεύγουμε σόλο.

Αυτό συνέβαινε στους προηγούμενους δίσκους, σωστά;

Ναι, ειδικά στον πρώτο. Αν δεν κάνεις αυτό το πράγμα πρώτα, δεν μπορείς να έχεις αυτή την εξέλιξη. Δεν μπορείς να δεις πραγματικά τι θέλεις να κάνεις και τι σε ενδιαφέρει. Στην παρούσα φάση, εμάς μας ενδιαφέρει αυτό το πράγμα, η μελωδία. Τα κομμάτια μας σε αυτό τον δίσκο έχουν πολύ χαρακτηριστικές μελωδίες. Σχεδόν τις τραγουδάς. Σε ορισμένα κομμάτια μάλιστα τραγουδάμε από πάνω.

 

Πάτησε εδώ για να πάρεις μια γεύση από τον καινούργιο δίσκο του Τακούσιης-Καραπατάκης Πρότζεκτ, «Colours of Another Sky»



Η ηχογράφηση στις δουλειές σας γίνεται από κοινού, με όλους μαζί στο στούντιο;

Για το συγκεκριμένο δίσκο που έγινε στο Shoe Factory στη Λευκωσία, έγινε με τον Ζαχαρία, τον Γαβριήλ και με μένα. Μετά έχουμε ως guest τον David που παίζει σε 3 κομμάτια -ξέραμε ακριβώς που πρέπει να μπει, του είπαμε πως θέλαμε να δοκιμάσουμε αυτό το πράγμα και τα ηχογράφησε στην Ελλάδα-, ενώ κάναμε και δύο overdubs με τα ντραμς του Στέλιου Ξυδιά.

Γενικότερα, που εντοπίζεται η ιδιαιτερότητα σε ότι αφορά στον ήχο του συγκεκριμένου σχήματος; Τι το καθιστά ιδιαίτερο κατά την προσωπική σου άποψη;

Τρία πράγματα. Ότι χρησιμοποιούμε την κρητική λίρα, το άταστο μπάσο, ένα όργανο που εν δεν το ακούς συχνά στην jazz -συνήθως ακούς το ακουστικό μπάσο-, όπως και λίρα την οποία πολύ σπάνια ακούς στην ευρωπαϊκή Jazz, ενώ το τρίτο που καθιστά ιδιαίτερη τη μουσική μας είναι, θεωρώ, οι ίδιες οι συνθέσεις.


Το Τακούσιης Καραπατάκης Προότζεκτ, προς το παρόν, είναι αυτό που με κάνει να νοιώθω καλλιτέχνης.


Το συγκεκριμένο project είναι η μοναδική ευκαιρία που έχεις να έρθεις σε επαφή με το πιάνο μπροστά από κοινό;

Ναι, στο Λονδίνο δεν ασχολούμαι με το παίξιμο, αφού γράφω μουσική για κινηματογράφο και τηλεόραση. Είναι ο μόνος τρόπος να έχω επαφή αλλιώς, αν δεν υπήρχε αυτό το project, θα ήταν πολύ δύσκολο.

 



Και πιο βαρετή η ζωή σου ίσως;

Όχι ακριβώς βαρετή, αλλά λιγότερο δημιουργική. Όταν επιτελείς το καλλιτεχνικό όραμα κάποιου άλλου ας πούμε, πρέπει να σέβεσαι τις οδηγίες του και να τις ακολουθείς, οπότε δεν σου δίνονται και πολλές ευκαιρίες να κάνεις αυτό που θέλεις και νοιώθεις.

Χωρίς αυτό το project λοιπόν ενδεχομένως να ήσουν και λιγότερο δημιουργικός;

Όχι, σίγουρα κάτι θα έβρισκα να κάνω που να με εκφράζει. Το Τακούσιης Καραπατάκης Προότζεκτ, προς το παρόν, είναι αυτό που με κάνει να νοιώθω καλλιτέχνης.

Θα κάνετε κι άλλες εμφανίσεις στο νησί με το εν λόγω γκρουπ πέραν από αυτής στο Shoe Factory;

Προς το παρόν δεν έχουμε κάτι προγραμματισμένο. Στη Γερμανία έχουμε κάποιες παραστάσεις, μέσα στον Οκτώβρη αλλά και κάτι για το 2016.

Έχετε παίξει ήδη στο εξωτερικό σε κάποια φεστιβάλ. Πως αντιδρά το κοινό στη μουσική σας, νοουμένου ότι, λόγω και την λίρας, δεν είναι και τόσο οικεία στο αυτό των ξένων;

Με πολύ θερμό τρόπο. Έχουμε πολύ καλό feedback. Η αντίδραση είναι θετικότατη. Για είμαι ειλικρινής, τις περισσότερες φορές παίζουμε σαν ντουέτο στο εξωτερικό, στη Γερμανία ιδίως και αυτό είναι που θέλαμε να αποτυπώσουμε και στον δίσκο. Σε δυο κομμάτια μόνο έχουμε ντραμς, τα υπόλοιπα, η βάση, είναι το πιάνο και το μπάσο. Αυτό κάνουμε αυτή την περίοδο και αυτό είναι που θέλαμε να αποτυπώσουμε. Νομίζω ότι θεωρούν αρκετά πρωτότυπο το μείγμα με την κριτική λίρα.

Σε θέμα πωλήσεων πως πάνε οι δίσκοι;

Καλά. Δεν έχουμε καμιά συμφωνία με εταιρεία και έτσι είναι όλα online -αφού έτσι κινούνται σήμερα τα πράγματα. Πουλούμε αρκετούς δίσκους, βλέπω ότι γίνεται stream σε αρκετές χώρες της Ευρώπης.

Παράλληλα, αυτό το διάστημα ξέρω πως δουλεύεις με τον Γιώργο Χατζηπιερή πάνω στον τρίτο «Τεμπέλη Δράκο». Σε πιο στάδιο βρίσκεται η διαδικασία υλοποίησής του;

Έγιναν οι ενορχηστρώσεις και οι ηχογραφήσεις (έπαιξαν πάρα πολλοί αξιόλογοι μουσικοί όπως και στους δύο προηγούμενους) και μένει πλέον να ηχογραφηθούν οι τραγουδιστές και να γίνει η μίξη.


Ακούγοντας τον νέο Τεμπέλη Δράκο από την αρχή ως το τέλος, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ακούει μια συναυλία, σε αντίθεση με τους προηγούμενους δίσκους όπου τα κομμάτια διέφεραν αρκετά το ένα με το άλλο.


Θα διαφέρει καθόλου, ενορχηστρωτικά τουλάχιστον, από τους δύο προηγούμενους;

Το concept της ενορχήστρωσης παραμένει το ίδιο. Ήθελα να κρατήσω τον χαρακτήρα που έχουν οι προηγούμενοι δίσκοι. Η μόνη διαφορά είναι πως εδώ ήθελα να περιοριστώ σε συγκεκριμένα όργανα. Στον πρώτο, νομίζω χρησιμοποίησα 30-35 όργανα. Στον δεύτερο το ίδιο, πολλές κιθάρες, κλαρίνα… Σε αυτόν όμως είναι πιο μικρό το μουσικό σύνολο που ακούς. Θα μπορούσε κάποιος, ακούγοντας τον από την αρχή ως το τέλος, να πει ότι ακούει μια συναυλία, σε αντίθεση με τους άλλους δίσκους όπου τα κομμάτια διέφεραν αρκετά το ένα με το άλλο.

 



Πως είναι να δημιουργείς για τα παιδιά και πόσο δύσκολη είναι η συγκεκριμένη ενασχόλησή σου;

Απλώς πρέπει να κάνεις switch για να έχεις τη σωστή προσέγγιση. Διαφορετική είναι η τέχνη και η τεχνική για τη δημιουργία ενός δίσκου ευρωπαϊκής Jazz και διαφορετική η τέχνη για έναν παιδικό δίσκο.

Τι έχεις κερδίσει μέσα από τους τρεις δίσκους του Τεμπέλη Δράκου, αν σκεφτούμε ότι ανάμεσα στους συντελεστές τους συναντάμε σπουδαίους καλλιτέχνες όπως ο Αλκίνοος, ο Μάλαμας, ο Σαββόπουλος, η Αρβανιτάκη, ο Ρίζος κ.α.;

Απέκτησα τεράστια εμπειρία κάνοντας το πρώτο project. Μπήκα στο στούντιο ως ένας άπειρος ενορχηστρωτής που δεν είχα καν άποψη πως θα μπουν τα μικρόφωνα ή για τη μείξη. Τώρα όμως εξελίχθηκα, με περισσότερη εμπειρία και γνώσεις, όντας τόσα χρόνια στο εξωτερικό. Έχω ανάμειξη σε όλη τη διαδικασία, από την αρχή ως το τέλος.


Όταν δεν τον νοιώσεις πραγματικά μέσα σου ότι δημιουργείς κάτι καλό, τότε δεν δημιουργείς κάτι καλό.


Σε αντιμετωπίζουν, φαντάζομαι, διαφορετικά και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες.

Οι παίκτες που συμμετέχουν είχαν τόση καλοσύνη και μια παιδικότητα, που ποτέ δεν ένοιωσα ότι είμαι ένας νέος ενορχηστρωτής (ακόμα και στον πρώτο δίσκο). Υπήρχε εκτίμηση από όλους. Και νομίζω πως αυτό το πράγμα βγαίνει ακούγοντας τους δίσκους. Γενικά, βγαίνει μια καλή αύρα!

 



Και οι δύο προηγούμενοι δίσκοι του Χατζηπιερή που έχουν κυκλοφορήσει, πέραν από πολύ καλές κριτικές είχαν επίσης τεράστια εμπορική επιτυχία, κι αυτό κανείς μπορεί να το διαπιστώσει εύκολα, απλώς κοιτάζοντας τη λίστα πωλήσεων της IFPI. Πέραν από ένα καλό αποτέλεσμα, τι άλλο βοηθά κάποιον να φτάσει τη δουλειά του σε ένα μαζικό κοινό;

Η ουσία. Έχουν ουσία. Δεν είναι τα παιδιάστικα που ακούμε συχνά. Τα παιδιά είναι τρομεροί κριτές και αυτό το βλέπω ακόμα και στο γιο μου που είναι μόνο 1,5, ακούει κάτι και αμέσως μπορεί να του κινήσει το ενδιαφέρον. Δεν σημαίνει ότι επειδή είναι μωρά πρέπει να τα υποτιμάμε και να τους βάζουμε να ακούνε οτιδήποτε. Το youtube είναι γεμάτο πράγματα που είναι κονσερβοποιημένα, χωρίς βάθος, χωρίς δουλειά. Όταν δεν τον νοιώσεις πραγματικά μέσα σου ότι δημιουργείς κάτι καλό, τότε δεν δημιουργείς κάτι καλό. Στα συγκεκριμένα projects, και στα τρία, ένοιωθα από την αρχή ως το τέλος ότι κάτι καλό γίνεται εδώ. Υπάρχει ένα βάθος, μια ουσία, ένα νόημα. Σημαντικό δε είναι πως και στις 3 δουλειές χρησιμοποιούμε πραγματικά όργανα. Δεν υπάρχει ούτε ένα πράγμα που είναι ψεύτικο. Πράγμα που για παιδικές δουλειές είναι σπάνιο σήμερα. Γινόταν παλιά, για τη Λιλλιπούπολη, ο Κυπουργός το κάνει... Κατά τ’ άλλα, πλέον ακούς μόνο midi.

Θα σταθώ σε αυτό που λες με το βάθος και την ουσία. Στην Κύπρο υπάρχουν καλοί μουσικοί-συνθέτες οι οποίοι φτιάχνουν ωραία πράγματα. Έχουμε δει δίσκους να λαμβάνουν πολύ καλές κριτικές. Πλην όμως, δύσκολα θα δούμε κάποιον από αυτούς να πουλάει πολλούς δίσκους ή να φύγει εκτός συνόρων του νησιού. Τι φταίει;

Δύσκολη ερώτηση.


Στην Κύπρο υπάρχει πολλή μετριότητα. Ο κόσμος κάποτε ενθουσιάζεται με τη μετριότητα, για πράγματα που στο εξωτερικό μπορεί να μην σταθούν τόσο πολύ.


Σε μια πρόσφατη συζήτηση με έναν Κύπριο καλλιτέχνη, αυτός εστίασε σε τρία σημεία. Στο γεγονός ότι είμαστε νησί και άρα πρακτικά δεν μπορεί ένας καλλιτέχνης ή μια μπάντα να μπουν σε ένα λεωφορείο και να κάνουν περιοδεία σε άλλες χώρες για να διαφημίσουν τη δουλειά τους, το γεγονός ότι θα μπορούσαμε κάλλιστα να διοργανώσουμε ένα μεγάλο φεστιβάλ στην Κύπρο (σαν κι αυτά του εξωτερικού) και να προσκαλέσουμε τεράστιες μπάντες, οι οποίες εκτός από κοινό θα προσελκύσουν και promoters οι οποίοι θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανακαλύψουν τα ταλέντα μας, αλλά αντ’ αυτού επιλέγουμε να ζούμε στον μικρόκοσμό μας και να κάνουμε ο καθένας το δικό του (πιο περιορισμένης εμβέλειας) φεστιβάλ, ενώ μου είπε και για το ναρκισσισμό που παρατηρεί σε κάποιες περιπτώσεις και την κακή συνήθεια ορισμένων, που ενώ έχουν ταλέντο, συνηθίζουν να εστιάζουν στην εικόνα και την αυτοπροβολή τους αντί για τη δουλειά τους. Συμφωνείς με κάποια από αυτές τις θέσεις;

Ειδικά το τελευταίο που λες, συμβαίνει παντού, απλώς φαίνεται περισσότερο στον τόπο μας, λόγω του ότι είμαστε μικρός χώρος. Το άλλο όμως που συμβαίνει είναι πως υπάρχει πολλή μετριότητα. Ο κόσμος στην Κύπρο κάποτε ενθουσιάζεται με τη μετριότητα, για πράγματα που στο εξωτερικό μπορεί να μην σταθούν τόσο πολύ.

Υπάρχει όμως και καλό υλικό και αυτό σίγουρα δεν μπορούμε να το αμφισβητήσουμε.

Ναι υπάρχουν πολύ καλοί καλλιτέχνες, σίγουρα. Δεν υπάρχουν όμως οι ατζέντηδες για να σε βγάλουν έξω με τα contacts τους, κάτι που στο εξωτερικό, όταν το τρέξεις και επιμένεις, γίνεται.

 



Άρα οι Κύπριοι καλλιτέχνες είναι καταδικασμένοι με κάποιο τρόπο;

Νομίζω πως πολύ λίγοι είναι αυτοί που θα καταφέρουν να βγουν έξω. Βλέπουμε ότι, στα τόσα χρόνια, οι μόνοι που έκαναν τεράστια διαφορά, παίζοντας σε διεθνούς επιπέδου φεστιβάλ, είναι οι Monsieur Doumani. Αυτή, φυσικά, είναι η γνώμη μου.

Εσύ, που είσαι στο εξωτερικό, που έκανες αυτό το παραπάνω βήμα, ποια συμβουλή θα έδινες σε Κύπριους καλλιτέχνες που θέλουν να ανοίξουν φτερά;

Πρέπει να φύγουν από την Κύπρο. Είναι πολύ δύσκολο να δουλέψεις όντας στην Κύπρο. Π.χ. αν μιλήσω για τη μουσική κινηματογράφου ή τηλεόρασης, είναι πολύ δύσκολο να το κάνεις αν δεν είσαι σε μια μεγαλούπολη. Οι εταιρείες παραγωγής ή οι σκηνοθέτες για τους οποίους θα δουλέψεις, θέλουν να είσαι εκεί. Ακόμα και εκτός Λονδίνου αν έμενα, δεν θα μπορούσα να δουλέψω πάνω στα projects που έκανα.

Μάριε, πως ξεκίνησες να δουλεύεις στο Λονδίνο; Ποιος ή ποιοι σου έδωσαν ευκαιρίες;

Πήγα Λονδίνο πριν από 8 χρόνια, μετά τις σπουδές μου στη Γαλλία και άρχισα να στέλνω emails σε διάφορα post production studios. Πάρα πολλά emails. Μπορεί να έστειλα και 200 emails και από όλα αυτά πήρα μόνο 3-4 απαντήσεις, απλώς και μόνο για να πάμε για ένα καφέ. Και εκεί να είσαι, πάλι είναι δύσκολο να μπεις στον κύκλο. Απλώς αυξάνεις τις πιθανότητες να τα καταφέρεις αν έχεις υπομονή και επιμονή. Πρέπει να κάνεις και θυσίες ζώντας στο εξωτερικό.

Θυσίες τύπου

Καταρχάς, φεύγεις μακριά από τον τόπο σου. Άμα αγαπάς τον τόπο σου, το να φύγεις μακριά από έναν τρόπο ζωής όπως της Κύπρου που σαφώς είναι πολύ πιο χαλαρός σε σχέση με το εξωτερικό, είναι θυσία. Έξω είναι πολύ μεγαλύτερη η πίεση και περισσότερο το στρες. Εδώ έχει «ηλιούι» (γέλια). Ούτε υπάρχει στο εξωτερικό η δυνατότητα να κάνεις τόσο στενές φιλίες. Πάντα υπάρχει μια απόσταση, όσα projects κι αν κάνεις μαζί με τον άλλο, πάντα θα υπάρχει μια επαγγελματική απόσταση. Και δεν θεωρώ πως είναι κακό αυτό αν θέλεις να γίνεται σωστά μια δουλειά.

Τι ακριβώς κάνεις στο Λονδίνο;

Γράφω μουσική για κινηματογραφικές ταινίες, για σειρές στην τηλεόραση (BBC, CNN, MTV), κάποτε και για video games.

Θα έλεγες ότι έχεις εδραιωθεί σε αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι, εννοώντας τη σύνθεση για τηλεόραση και κινηματογράφο, ή τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο;

Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, να θεωρηθεί κανείς δεδομένος. Για να το καταφέρεις αυτό πρέπει να φτάσεις σε πολύ ψηλό επίπεδο. Συνέχεια πρέπει να δείχνεις σωστή και καλή δουλειά. Δεν μπορείς να χαμηλώσεις τον πήχη, να εφησυχαστείς με κάτι μέτριο.

Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείται κάθε φορά που πρέπει να επενδύσεις μια εικόνα με τη μουσική σου; Υπάρχει κάποιο manual; Ρωτώ, γιατί αλλιώς είναι νομίζω να γράψεις ένα τραγούδι και αλλιώς να γράψεις για κινηματογράφο. Εξάλλου, το έχεις σπουδάσει αυτό το πράγμα στην Lyon, έτσι δεν είναι;

Δεν υπάρχουν κανόνες. Στο πανεπιστήμιο μαθαίνεις τους κανόνες και μετά τους σπας, τους ξεχνάς. Και τα περισσότερα πράγματα τα μαθαίνεις μέσω της δουλειάς. Μπορεί για 3-4 χρόνια να σπουδάζεις αυτό το πράγμα και μετά να ξεκινήσεις δουλειά και όλα ανατρέπονται. Ο κάθε ένας δουλεύει με τον δικό του τρόπο. Είναι projects, για παράδειγμα, που το σενάριο μού δίνεται από πριν. Αυτό συμβαίνει συνήθως όταν η ταινία βρίσκεται στα γυρίσματα. Άλλες φορές σου στέλνουν την ταινία τελειωμένη για να δουλέψεις πάνω στην εικόνα. Άλλοτε, κάποιος θα σου πει «ξεκίνα να γράφεις και εγώ θα δω τι θα κάνω ανάλογα με τη μουσική σου». Αυτό, φυσικά, περισσότερο γίνεται σε πιο art house ταινίες. Στις πιο εμπορικές παραγωγές τα περιθώρια είναι πολύ στενά και ο παραγωγός ξέρει ακριβώς τι θέλει. Παίρνεις την ταινία και γράφεις πάνω της.

Γράφεις περισσότερο για έντεχνο κινηματογράφο ή και για το Hollywood, για μεγάλα blockbusters;

Για Hollywood έχω δουλέψει πάνω σε μια νέα ταινία της Catherine Zeta Jones που θα βγει τον Φεβρουάριο, μια παραγωγή της Universal. Ήμουν composer’s assistant και additional arranger. Δούλεψα όμως και σε πιο έντεχνο κινηματογράφο, μαζί με έναν Τουρκοκύπριο σκηνοθέτη, τον Dervis Zaim, ενώ η τελευταία ταινία που κάναμε με τίτλο «Balik» (Fish) κέρδισε και το βραβείο καλύτερης μουσικής σε ένα φεστιβάλ στην Τουρκία.

 



Έχεις κερδίσει άλλα βραβεία ή έχεις προταθεί για κάποια;

Δεν έχω πάρει άλλα βραβεία, η μουσική όμως που έγραψα για την πρώτη ταινία που κάναμε με τον Zaim, το «Shadows and Faces», που καταπιάνεται με τα γεγονότα του 55-56 στην Κύπρο, ήταν υποψήφια για «Χρυσό Πορτοκάλι» στο Antalya International Film Festival της Άγκυρας.


Όταν ήρθε η σειρά μας, καθίσαμε να παίξουμε το καινούργιο ‘Need for Speed’, άκουγα τη μουσική μου και ένοιωθα περήφανος! Τότε γυρίζει ο φίλος μου και λέει στην κοπέλα που ήταν υπεύθυνη εκεί: ‘Αυτός είναι ο συνθέτης της μουσικής του παιχνιδιού’. Και αυτή απαντάει: ‘Ναι, ναι, άντε τελειώνετε και υπάρχει ουρά, θα παίξουν κι άλλοι’.


Το 2010 συνεργάστηκες με την «EA Games» γράφοντας μουσική για το παιχνίδι «Need For Speed: Hot Pursuit». Έχεις λάβει κάποια διάκριση γι’ αυτό;

Δεν κέρδισα κάτι για τη μουσική αλλά ο τίτλος απέσπασε πολλά βραβεία. Πρόκειται σίγουρα για ένα από τα μεγαλύτερα franchises στον κόσμο, με αστρονομικό αριθμό πωλήσεων.

Βάζεις και ακούς το συγκεκριμένο theme ακόμα και σήμερα;

Όχι (γέλια), αλλά μόλις βγήκε το παιχνίδι, έπαιζα, άκουγα τη μουσική και μου άρεσε. Ένοιωθα περήφανος. Είναι και μια αστεία ιστορία αναφορικά με αυτό. Περίπου δύο μήνες πριν βγει το παιχνίδι, είχα μια συναυλία στο Παρίσι και βρισκόμουν εκεί για 3-4 μέρες. Παράλληλα, εκεί γινόταν το Paris Motor Show, μια τεράστια έκθεση αυτοκινήτων. Εκεί υπήρχε και ένα μεγάλο λεωφορείο της EA Games διαφημίζοντας το Need for Speed, το οποίο θα έβγαινε σύντομα. Βλέποντάς το ενθουσιάστηκα και είπα στο φίλο μου με τον οποίο θα κάναμε μαζί τη συναυλία να πάμε μέσα να το δούμε και να παίξουμε. Όταν ήρθε επιτέλους η σειρά μας, καθίσαμε να παίξουμε το καινούργιο Need for Speed, άκουγα τη μουσική μου και ένοιωθα περήφανος! Τότε γυρίζει ο φίλος μου και λέει στην κοπέλα που ήταν υπεύθυνη εκεί: «Αυτός είναι ο συνθέτης της μουσικής του παιχνιδιού». Και αυτή απαντάει: «Ναι, ναι, άντε τελειώνετε και υπάρχει ουρά, θα παίξουν κι άλλοι» (γέλια).

 



Εκτός από τον τρίτο Τεμπέλη Δράκο, είναι κάποιο άλλο project σε εξέλιξη;

Τα μόνα projects που έχω αυτό τον καιρό είναι ο Τεμπέλης Δράκος και ο δικός μας δίσκος. Πρόσφατα τελείωσα και ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «This is exile», το οποίο αφορά στα μωρά-πρόσφυγες της Συρίας. Σε αυτό μιλάνε μωρά και είναι πραγματικά εξαιρετικό. Δεν έχει βγει ακόμα, μάλλον θα παιχτεί σε διάφορα φεστιβάλ κινηματογράφου. Για αυτό έχω συνεργαστεί με έναν πολύ καλό ουτίστα, τον Γιάννη Κουτή.

 


Αυτό που έχει καταφέρει ο Γιώργος Χατζηπιερής είναι πολύ σπουδαίο και φάνηκε με την πάροδο του χρόνου. Έχει μεγαλώσει μια ολόκληρη γενιά με τα τραγούδια του. Η δουλειά του έχει αντέξει στον χρόνο, έγινε διαχρονική.


Σε προσωπικό επίπεδο, ως σόλο καλλιτέχνης εννοώ, έχεις φτιάξει κάποιο δίσκο;

Πολύ παλιά, πριν από 12 χρόνια, είχα κάνει κάτι όταν σπούδαζα, σόλο πιάνο. Δεν βγήκε προς τα έξω όμως.

Κάποια γκρουπ στα οποία συμμετείχες κατά καιρούς, υπάρχουν, είναι ενεργά;

Είχαμε τους Ambodis Quintet στα late 90s, ένα jazz group τότε που ήταν πολύ λίγος ο κόσμος που ασχολείτο με την Jazz. Θυμάμαι νύκτες που παίζαμε μόνοι μας. Σήμερα φυσικά υπάρχει μια σοβαρή σκηνή που μεγαλώνει και εξελίσσεται. Επίσης, έπαιζα και στους Miraculous Mandarin Trio. Κανένα από αυτά δεν είναι ενεργό.

Ποια θεωρείς ως τα σημαντικότερα επιτεύγματά σου;

Είμαι περήφανος για όλες τις δουλειές μου. Προσπαθώ δίνω το 100% σε ότι κάνω. Αυτά που ξεχωρίζω είναι ίσως όσα έφτασαν σε διεθνές επίπεδο, όπως το Need for Speed, ή ο Τεμπέλης Δράκος, για τον οποίο νοιώθω πολύ περήφανος. Δεν μπορώ όμως να αφήσω έξω και τους δίσκους που κάνουμε με τον Γαβριήλ.

 



Μάριε, αν οι γονείς σου δεν έπαιζαν μουσική στο σπίτι ή αν δεν είχαν τα βινύλια που είχαν και συνεπώς αν δεν άκουγες τη μουσική που άκουγαν, ίσως και να μην είχες την πορεία που έχεις; Μπορεί και να μην σπούδαζες μουσική; Αν δεν ήσουν μουσικός τι άλλο θα μπορούσες να είσαι;

Μπορεί, ναι, να μην ήμουν μουσικός. Πάντα λέω ότι θα μου άρεσε να σπουδάσω γιατρός.

Πόσο σημαντικά είναι τα ερεθίσματα που δίνουμε στα παιδιά μας;

Πολύ σημαντικά και αυτό το νοιώθω πολύ έντονα τώρα που είμαι γονιός. Προσπαθώ όσο γίνεται να έχω κλειστή την τηλεόραση. Πάντα μου έλεγαν ότι τα παιδιά είναι όπως τα σφουγγάρια και όντως συμβαίνει αυτό. Πιάνουν από παντού, από τον χαρακτήρα σου, από τον τρόπο που μιλάς, που συμπεριφέρεσαι…

Παραμύθια διαβάζεις στον γιο σου, έστω κι αν θεωρητικά είναι μικρός ακόμα; Τεμπέλη Δράκο ακούει;

Ναι προσπαθώ να του διαβάζω, αλλά δεν κάθεται για αρκετή ώρα (γέλια). Από τα τραγούδια, χορεύει με τον «Παγωτατζή», ενώ πολύ του αρέσουν το «Ελεφαντάκι» και η «Πατάτα». Αυτό που έχει καταφέρει ο Γιώργος (Χατζηπιερής) είναι πολύ σπουδαίο και φάνηκε με την πάροδο του χρόνου. Έχει μεγαλώσει μια ολόκληρη γενιά με τα τραγούδια του. Η δουλειά του έχει αντέξει στον χρόνο, έγινε διαχρονική.



Περισσότερα για τον Μάριο Τακούσιη και τη δουλειά του, στην προσωπική ιστοσελίδα του.


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ