Ο ένας από τους γιούς του κουμπάρου του Ξενή, ο Αλέκκος, άνοιξε μικρή καντίνα. Σερβίρει φραπέ στο δρόμο. Φραπέ και φρέσκο χυμό πορτοκάλι. Ο Αλέκκος άνοιξε τη μικροσκοπική του καντίνα απέναντι από μια καντίνα φραπέ, σχολής «καυτό σορτσάκι». Αντί να εξοστρακιστεί ο Αλέκκος, έφυγε το «καυτό σορτσάκι». Ο Αλέκκος με βερμούδα τρία τέταρτα και φτέρνες μαυρισμένες.
Παλαιότερα, ο Αλέκκος, έπαιζε ποδόσφαιρο στις μικρές κατηγορίες. Οι κακές γλώσσες διέδιδαν πως ήταν μπλεγμένος σε στημένους αγώνες. Τα παράτησε. Πήγε κι άνοιξε καφενέ στην πόλη. Την εποχή που ο καφενές ήταν καφενές και οχι παραδοσιακό καφενείο. Την εποχή που οι καφενέδες δεν έπαιζαν swing από playlist αλλά λαϊκά από κασέττες. Την εποχή που ο καφενές είχε μεγάλα στρογγυλά τραπέζια και η πράσινη τσόχα ήταν μόνιμα στρωμένη -αλλά κρυμμένη- κάτω από το καρό τραπεζομάντηλο.
Ο γιός του Αλέκκου, ο άγγονας του κουμπάρου του Ξενή, ήταν στο δημοτικό εκείνη την περίοδο. Θα σε γελάσω σε ποιά τάξη πήγαινε. Η δασκάλα, ένα πρωί, τον έβαλε να μετρήσει. ‘Ηταν περίεργη για την πρόοδο του. Ήθελε να δεί μεχρι που είχε μάθει να μετρά ο γιός του Αλέκκου.
Ο μικρός δίχως να διστάσει, σηκώθηκε και άρχισε το μέτρημα.
- Ένα κυρία... δύο κυρία... 3, 4, 5, 6. Εεεφτά κυρία. Οχτώ. 9, 10 κυρία. Στο δέκα κόλλησε ο γιός του Αλέκκου.
«Μετά;» Τον ρώτησε γλυκά η δασκάλα.
- Μετά.... Μετά είν ο Φάντης κυρία.
Κεντρική φωτογραφία: Το καφενείο στο χωριό Αρχιμανδρίτα της επαρχίας Πάφου