Μήπως τελικά δεν πρέπει να μασούμε και τόσο με τα megapixels (MP) που με τόσο στόμφο και τόση περηφάνια ανακοινώνουν οι εταιρείες; Τα MP άλλωστε υποδηλώνουν το μέγεθος, τις διαστάσεις μιας φωτογραφίας που από ένα σημείο κι έπειτα δεν μας ενδιαφέρουν εκτός πια κι αν σκοπεύουμε να τυπώσουμε τη φωτογραφία μας σε αφίσα.
Εν πάση περιπτώσει, ας εξηγήσουμε τον ρόλο ενός ιδιαίτερα σημαντικού χαρακτηριστικού σε μία φωτογραφική μηχανή: την αυτόματη εστίαση (pun intended).
Το autofocus (AF) είναι κάτι που όλα τα smartphones διαθέτουν. Αν δεν είσαι εξοικειωμένος με τον όρο, πρόκειται για τη δυνατότητα του φακού της κάμερας της συσκευής να εστιάσει σε ένα σημείο, είτε αυτόματα, είτε κατόπιν υπόδειξής σου, συνήθως αγγίζοντας την οθόνη αφής. Πρωτοεμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’70 στις μηχανές της Leica, ωστόσο το πρώτο μοντέλο μαζικής παραγωγής με AF ήταν η C35 AF της Konica. Τα σημερινά smartphones βέβαια υιοθετούν αρκετούς διαφορετικούς τρόπους αυτόματης εστίασης.
Τα περισσότερα εξ αυτών χρησιμοποιούν την τεχνολογία ανίχνευσης αντίθεσης (contrast detection) που είναι ό,τι πρέπει για απλές λήψεις, υπό φυσιολογικό φωτισμό και χωρίς πολλές-πολλές κινήσεις. Ξεκινώντας από εκεί που άγγιξε ο χρήστης, προεκτείνουν την εστίαση μέχρι τα σημεία που αλλάζει η φωτεινότητα. Όσο καλύτερος είναι ο φωτισμός, τόσο πιο ακριβής είναι η εστίαση, αν και ο επεξεργαστής εικόνας της κάμερας παίζει κι αυτός τον ρόλο του. Ορισμένες συσκευές διαθέτουν laser AF, έναν πομποδέκτη δηλαδή που εκπέμπει μια ακτίνα λέιζερ προς το σημείο όπου έχει εστιάσει ο χρήστης, περιμένοντας αυτή να επιστρέψει. Με τον τρόπο αυτό η κάμερα ξέρει πού βρίσκεται το θέμα της φωτογραφίας και, όπως αντιλαμβάνεστε, η συγκεκριμένη λειτουργία AF, αν και ιδιαίτερα ποιοτική είναι μάλλον ακατάλληλη για πανοραμικές λήψεις και μακρινές φωτογραφίες.
Για τους… αναποφάσιστους, υπάρχουν οι διπλές κάμερες. Ένα τέτοιο smartphone επιτρέπει στον χρήστη να τραβά φωτογραφίες, εστιάζοντας σε αυτές… αργότερα! Η μία κάμερα εστιάζει στη φωτογραφία και η δεύτερη στον φωτισμό: η πρώτη «αιχμαλωτίζει» το θέμα, η δεύτερη τα διάφορα «βάθη» της εικόνας. Βέβαια, στην περίπτωση αυτή δεν μιλάμε ακριβώς για AF παρά για ένα εφέ που εξομοιώνει τη λειτουργία του. Όσο για την ανίχνευση φάσης (phase detection), ουσιαστικά βασίζεται στην κυρτότητα του φακού, συγκρίνοντας την εικόνα που τραβήχτηκε στο δεξί του άκρο με εκείνη στο αριστερό. Καθ’ ότι υπάρχουν διάφορες ανάμεσά τους, υπολογίζεται το ιδανικό σημείο τομής τους (σαν να λέμε το πού θα «συναντηθούν») και κάπως έτσι προκύπτει η τελική εικόνα.
Ποια είναι η καλύτερη μέθοδος;
Τα iPhone και τα high-end Galaxy (S5, S6) της Samsung χρησιμοποιούν την τεχνολογία ανίχνευσης φάσης, έστω κι αν η κάθε εταιρεία την ονομάζει όπως θέλει εκείνη. Το laser AF αποτελεί τη λύση που προτιμά ως επί το πλείστον η LG (G3, G4) αλλά και η OnePlus ενώ οι διπλές κάμερες είναι αρκετά πιο σπάνιες (HTC One M8, Huawei Honor 6 Plus κ.α.). Ανίχνευση αντίθεσης είναι η τεχνολογία στην οποία βασίζονται οι περισσότερες συσκευές που κυκλοφορούν στην αγορά. Επέλεξε αυτή που καλύπτει καλύτερα τις ανάγκες σου. Πριν αγοράσεις λοιπόν τη συσκευή που έχεις βάλει στο μάτι, επισκέψου κάποιο κατάστημα, δες την από κοντά και πειραματίσου με την κάμερά της στον χώρο. Ακόμα καλύτερα, αναζήτησε πληροφορίες και εντυπώσεις online από χρήστες που την έχουν ήδη στην κατοχή τους. Το AF είναι αυτό που θα καθορίσει την ποιότητα της φωτογραφικής σας μηχανής. Μην το πάρεις αψήφιστα!