Μίλα μου
Τρεις «ύποπτοι» συγγραφείς «ανακρίνονται» επί σκηνής
Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον δημοσιογράφο και κριτικό λογοτεχνίας Γιάννη Ν. Μπασκόζο για το σύγχρονο ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα με αφορμή τη συμμετοχή του στην 4η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Λεμεσού.
Τρεις «ύποπτοι» συγγραφείς συζητούν σε μια σκηνή εγκλήματος (ή και όχι)! Στις 22 Νοεμβρίου 2025 (18:00 - 19:00) στο πλαίσιο της 4ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Λεμεσού ο δημοσιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας Γιάννης Ν. Μπασκόζος θα συνομιλήσει με τους συγγραφείς Φώτη Δούσο, Μίνω Ευσταθιάδη και Χρήστο Μαρκογιαννάκη, επιχειρώντας να φωτίσουν το κοινωνιολογικό και ψυχολογικό αποτύπωμα του εγκλήματος στη σύγχρονη ελληνική αστυνομική αφήγηση.
Με αφορμή την εκδήλωση «Το σκοτάδι της ανθρώπινης φύσης στις σελίδες της αφήγησης» κάναμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Γιάννη Ν. Μπασκόζο για το αστυνομικό μυθιστόρημα, τη μετατόπισή του από το «ποιος το έκανε» στο «γιατί το έκανε», αλλά και για το πώς η αστυνομική αφήγηση γίνεται, εν τέλει, καθρέφτης των αντιφάσεων και των παθογενειών της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.
Τι αποκαλύπτει τελικά το σύγχρονο ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα για την εποχή μας;
Το σύγχρονο ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα γνωρίζει άνοδο. Η αποδοχή του από τον κόσμο ωθεί τους εκδότες στο να ψάχνουν τον νέο Πέτρο Μάρκαρη. Το περιεχόμενο των νέων αυτών προσπαθειών στρέφεται κυρίως στην αποκάλυψη των παθογενειών της ελληνική κοινωνίας. Η γκάμα των περιεχομένων ποικίλει. Είναι φανερό ότι η αύξηση των συγγραφέων αστυνομικής λογοτεχνίας οδηγεί σε αναζήτηση συνεχώς καινούργιων περιεχομένων. Ως εκ τούτου βλέπουμε θέματα που μέχρι πρότινος ήταν απόντα από τη συγγραφική πένα να αυξάνονται με γρήγορους ρυθμούς όπως ζητήματα ταυτότητας, ΛΟΑΤΚΙ, δικαιωμάτων των μειονοτήτων, οι μετανάστες στην πόλη κ.ά. Παράλληλα παραμένουν τα θέματα που απασχολούσαν την αστυνομική λογοτεχνία τα τελευταία χρόνια όπως διαφθορά, οικονομικές απάτες, ρόλος των media κ.ά.
Υπάρχουν τρεις τάσεις κατά τη γνώμη μου. Μια κατηγορία είναι οι συγγραφείς που εμπνέονται από το σκανδιναβικό αστυνομικό δίνοντας έμφαση σε ζητήματα πολιτικής, διαφθοράς, οικονομικών και άλλων σκανδάλων. Το είδος αυτό έχει μια τάση αναφοράς στη βία, η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι το σπλάτερ. Μια άλλη τάση είναι το κλασικό αστυνομικό που κινείται στη γραμμή Σιμενόν και παραμένει στην αποκάλυψη ληστών ή μεμονωμένων δολοφόνων. Μια νεότερη στάση αναζητά περιεχόμενο ή στο παρελθόν, π.χ. ληστοκρατία, ή σε δικαστικά θρίλερ, ή στον χώρο του βιβλίου και των εκδοτών ακόμα και στα πεδία του φανταστικού. Όλες όμως οι τάσεις συγκλίνουν στην κοινωνία και τις ορίζουσές της.
Ως κριτικός λογοτεχνίας, πώς βλέπετε τη μετατόπιση από το «ποιος το έκανε» στο «γιατί το έκανε»; Έχει πλέον το έγκλημα λιγότερη σημασία από τον εσωτερικό κόσμο του δράστη ή του θύματος;
Πραγματικά πολλά αστυνομικά πεζογραφήματα κινούνται στην αναζήτηση της ψυχολογίας του δράστη και θα έλεγα όχι μόνον του δράστη, αλλά και της ψυχολογίας των αστυνομικών ντέντεκτιβ. Το παλιό στυλ της Άγκαθα Κρίστι, όπου ο ντετέκτιβ αναζητά τον δολοφόνο σε έναν κύκλο υπόπτων, εκλείπει. Σήμερα τα μοτίβα έχουν αλλάξει. Για παράδειγμα, όχι σπάνια, ο ντετέκτιβ είναι κι αυτός θύμα είτε προσωπικών καταστάσεων που τον επηρεάζουν στη δουλειά του (θυμάστε πόσο τακτοποιημένοι οικογενειακά ήταν ο Μαιγκρέ ή οι δικοί μας Μπέκας και Χαρίτος) ενώ άλλες φορές εμπλέκεται και γίνεται μέρος της ζητούμενης εξιχνίασης προβλήματος. Ως εκ τούτου τα υπαρξιακά θέματα έρχονται σε πρώτο πλάνο αν και πολλές φορές αντιμετωπίζονται επιφανειακά.
Ως εκ τούτου βλέπουμε θέματα που μέχρι πρότινος ήταν απόντα από τη συγγραφική πένα να αυξάνονται με γρήγορους ρυθμούς όπως ζητήματα ταυτότητας, ΛΟΑΤΚΙ, δικαιωμάτων των μειονοτήτων, οι μετανάστες στην πόλη κ.ά.
Η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία φαίνεται να έχει απεγκλωβιστεί από τη μίμηση των σκανδιναβικών προτύπων. Ποια είναι σήμερα τα στοιχεία που της δίνουν αυτονομία και ταυτότητα;
Δεν έχει απεγκλωβιστεί εντελώς, αλλά σίγουρα αυτό το πρότυπο μάλλον δεν ταίριαξε με τον Έλληνα αναγνώστη. Αν είναι να μιλήσουμε για μια ταυτότητα του ελληνικού αστυνομικού μυθιστορήματος είναι δύσκολο να πούμε ότι είναι μία. Σίγουρα είναι η αναζήτηση του κοινωνικού στοιχείου με πολλές πολιτικές, ψυχολογικές και άλλες προεκτάσεις. Αλλά αυτό ποικίλλει από συγγραφέα σε συγγραφέα.
Οι συγγραφείς έχουν ανάγκη να μιλάνε με αναγνώστες για να ξέρουν πώς σκέφτονται και τι περιμένουν από αυτούς. Οι αναγνώστες πολλές φορές επιζητούν να μιλήσουν με συγγραφείς για να δουν έστω από μια μικρή χαραμάδα τον κόσμο της δημιουργίας.
Η συγκεκριμένη εκδήλωση εντάσσεται στο ευρύτερο πρόγραμμα του Limassol Book Fair. Πόσο σημαντικές είναι τέτοιες συναντήσεις για να διαμορφωθεί ένας κοινός διάλογος γύρω από τη λογοτεχνία και τη συλλογική μας ηθική;
Οι εκθέσεις, τα Φεστιβάλ Βιβλίου αλλά και οι όποιες άλλες θεματικές εκδηλώσεις συνιστούν έναν κοινό τόπο που συναντώνται συγγραφείς και αναγνώστες. Νομίζω ότι αυτό μας χρειάζεται ακόμα περισσότερο σήμερα, καθώς η εικόνα, τα media γενικότερα, αλλά και οι ευκολίες που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη, αποσπούν τον αναγνώστη από τη σελίδα, απλοποιούν τα περιεχόμενα, πολτοποιούν αξίες και επιβάλλουν μια τρέχουσα ηθική του ανώδυνου, του μοδάτου και τελικά του επιφανειακού. Οι συγγραφείς έχουν ανάγκη να μιλάνε με αναγνώστες για να ξέρουν πώς σκέφτονται και τι περιμένουν από αυτούς. Οι αναγνώστες πολλές φορές επιζητούν να μιλήσουν με συγγραφείς για να δουν έστω από μια μικρή χαραμάδα τον κόσμο της δημιουργίας. Γενικότερα οι κοινότητες διαλόγου αυτών των εκθέσεων προάγουν ιδέες και αισθήματα, χρήσιμα στοιχεία στην καθημερινή μας πορεία.