Αφού έκλεισα χωρίς λόγο το τζάμι του αυτοκινήτου και χαμήλωσα ασυναίσθητα την ένταση στο ραδιόφωνο, αφού έπιασα αμήχανα το σβέρκο μου και έξυσα το αυτί μου και αφού κοίταξα με απορία τη γυναίκα μου (που επίσης σφύριζε αδιάφορα), αρκέστηκα σε ένα «αγάπη μου δεν ξέρω, θα μάθω και θα σου πω μόλις φτάσουμε στην θάλασσα», ελπίζοντας ότι δεν θα με ρωτούσε ξανά.
Ένοιωσα μαλάκας, γιατί να σου πω ψέματα. Πρώτη φορά δεν είχα απάντηση να δώσω σε ένα τόσο απλό ερώτημα της μικρής.
Όχι ότι δεν ήξερα, απλώς εκείνη την ώρα μπουρδουκλώθηκε το μυαλό μου, μπέρδεψα λίγο τα της θρησκείας με τα του παραμυθιού και παρά να ρίξω μια κοτσάνα, αποφάσισα να της δώσω να καταλάβει ότι κάποιες φορές συμβαίνει να ξεχάσουμε πράγματα ή ακόμα και να μην ξέρουμε κάτι, αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις οφείλουμε, αντί να πούμε κάτι απλώς για να το πούμε ή για χάριν εντυπώσεων, καλύτερα είναι να το βουλλώσουμε, να διαβάσουμε, να διασταυρώσουμε τις πηγές μας και τότε, ναι, να μοιραστούμε την γνώση μας με τους άλλους.
Αν η απάντηση στην ερώτηση «είσαι σίγουρος γι’ αυτό που πας να ξεστομίσεις;» δεν είναι καταφατική, καλύτερα βούλλωσ’ το.
Το να λες, για παράδειγμα, στα μικρά παιδάκια μιας τάξης πως «στο βόρειο τμήμα του νησιού ζούνε Τούρκοι και πως αν πας εκεί θα σε σκοτώσουν», είναι τουλάχιστον ατυχές. Κουφάθηκες, το ξέρω. Τι να πούμε όμως που συνέβη στην Κύπρο εν έτει 2015.
Όχι πως εμείς μεγαλώσαμε διαμορφώνοντας διαφορετική άποψη (ότι δηλαδή σε ένα ενδεχόμενο tet a tet στα κατεχόμενα δεν θα μας έσφαζε ο Τούρκος), μετά από τόσα χρόνια όμως και αφού έγινε ότι έγινε και αφού φτάσαμε που φτάσαμε ένα βήμα πριν την λύση (ή τουλάχιστον αυτό θέλουμε να πιστεύουμε), μαλακία δεν είναι να καλλιεργούμε το μίσος σε μικρά παιδάκια και να τα γεμίζουμε με φοβίες;
Ειλικρινά, τους «αμπάλατους», ξερόλες και αμόρφωτους -όχι με την έννοια της ακαδημαϊκής μόρφωσης- ανθρώπους αδυνατώ να τους διαχειριστώ. Αυτούς που ζουν αυτοπεριορισμένοι στα θέματά τους, που πριν τελειώσεις την ερώτηση σού έχουν πάντοτε έτοιμη μια «καλή» απάντηση. Αυτούς που έχουν άποψη για τα πάντα. Αυτούς που πάντοτε ξεκινάνε με το «εγώ».
«Εγώ έκανα αυτό», «εγώ το έφερα στην Κύπρο», «εγώ το ξεκίνησα πρώτος», «εμείς το κάναμε πρώτοι αυτό και πολύ καλά μάλιστα, ενώ οι άλλοι…», «εγώ έδωσα την ψυχή μου», «εγώ έχω προσφέρει στον πολιτισμό»…
Κλάιν μάιν.
Μήπως οι σπουδαίοι άνθρωποι, αυτοί που πραγματικά προσφέρουν και από τους οποίους πραγματικά έχεις να κερδίσεις ή να μάθεις κάτι, δεν το γνωρίζουν ότι είναι σπουδαίοι; Ή αν το καταλάβουν, δεν το δείχνουν και δεν το περηφανεύονται; Ε;
Μήπως είναι ταπεινοί, δεν μιλάνε πολύ, δεν έχουν ανάγκη να αποδείξουν πράγματα, δεν φλυαρούν-παπαρολογούν ρίχνοντας κοτσάνες και κυρίως, δεν είναι νάρκισσοι; Ε;