Cityzens
Τι έμαθα από δυο Ελβετούς… σε ένα χωριό της Πάφου
Προ λίγων ημερών έκανα διακοπές στην Πάφο. Στη Δρούσεια κατ’ ακρίβεια. Εκεί βρίσκονταν και δυο Ελβετοί τουρίστες.
Έμεναν στο ίδιο αγροτουριστικό κατάλυμα με εμάς, σε διπλανό δωμάτιο. Όλοι σε ένα υπέροχο αρχιτεκτόνημα άλλων εποχών, το οποίο ανακαινίστηκε πριν από μερικά χρόνια και έγινε κούκλα, με δυνατότητα να φιλοξενήσει ταυτόχρονα 6 διαφορετικές παρέες/οικογένειες.
Στην ειδυλλιακή εσωτερική αυλή του, κάτω από τα δέντρα, την ξύλινη πέργολα και δίπλα στην πισίνα, στο πλαίσιο των απογευματινών συζητήσεων, μάθαμε σε κάποια φάση από την ιδιοκτήτρια πως το ζευγάρι των Ελβετών θα έμενε υποτίθεται για μια βδομάδα (για τόσο διάστημα ήταν η αρχική κράτησή τους μέσω Booking), αλλά τελικά ζήτησαν από την ίδια να παρατείνουν τη διαμονή τους για άλλες τόσες μέρες.
Ουσιαστικά, όπως οι ίδιοι της είχαν πει, είχαν κανονίσει να μείνουν μια βδομάδα στη Δρούσεια και μια βδομάδα στη Λεμεσό. Βλέποντας, όμως, τη Λεμεσό και τη νέα της εικόνα, με τους ουρανοξύστες και τα πολλά μοντέρνα κτήρια, απογοητεύτηκαν από το θέαμα και έτσι αποφάσισαν πως δεν ήθελαν να «ξοδέψουν» εκεί μια βδομάδα από τις διακοπές και τη ξεκούρασή τους στην Κύπρο, εξ ου και ρώτησαν αν θα μπορούσαν να έχουν το σπιτάκι στη Δρούσεια για μια έξτρα βδομάδα. Όπως και έγινε.
Θα ήταν άδικο αν λέγαμε ότι η απόφαση των Ελβετών είναι κριτήριο για να καταδικάσουμε μια ολόκληρη πόλη. Δεν είναι όμως κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει, αν όχι για τώρα σίγουρα για το εγγύς μέλλον;
Καθημερινά ακούμε να ανακοινώνεται η ανέγερση πύργων, των 40 και των 48 ορόφων, στην πόλη. Ήδη ο (πολεοδομικός) χαρακτήρας της Λεμεσού έχει αλλάξει κατά πολύ και θα πρέπει όλοι εμείς να αναρωτηθούμε αρχικά κατά πόσο μας αρέσει η εικόνα αυτή. Αν, δηλαδή, αρέσει σε εμάς τους ίδιους και κατ’ επέκταση αν αυτό θα αρέσει σε ανθρώπους που επιλέγουν την Κύπρο για διακοπές.
Γιατί επιλέγει κάποιος την Κύπρο για διακοπές; Τι αναμένει πως θα βρει ερχόμενος εδώ; Θάλασσα. Ήλιο. Γραφικότητα. Παραδοσιακές γεύσεις. Παρθένες περιοχές. Ωραία αισθητική στα πάντα, ακόμα και στο κομμάτι της εστίασης και γενικά της διασκέδασης. Δεν είναι αυτό, εξάλλου, που κι εμείς επιδιώκουμε και επιζητούμε κάθε φορά που επιλέγουμε ταξιδιωτικό προορισμό; Δεν είναι αυτά και τα δικά μας κριτήρια;
Διαβάζοντας σήμερα τη συνέντευξη του Paul Iacovou, παραγωγού του ντοκιμαντέρ «The Ghost of Peter Sellers», σχεδόν συγκινήθηκα με την απάντησή του στην ερώτηση «πώς και πόσο έχει αλλάξει η Κύπρος μετά το ’74;», έτσι όπως ο ίδιος μπόρεσε να εντοπίσει την όποια «αλλαγή» στο πλαίσιο της έρευνάς του για το ντοκιμαντέρ.
«Αυτό που παρατηρώ είναι πως το μεγαλύτερο μέρος των κατεχόμενων εδαφών παραμένει ανεκμετάλλευτο, εξ ου και μπορεί κάποιος να πάρει μια πραγματική αίσθηση της ιστορικής ομορφιάς του νησιού. Αυτό που με εντυπωσιάζει περισσότερο είναι πως όταν παρατηρήσεις το νησί στην ολότητά του, αντιλαμβάνεσαι πόσο υπέροχο μέρος είναι η Κύπρος. Όταν επισκεφθήκαμε το Κάστρο της Καντάρας και κοιτάξαμε από τις πολεμίστρες, νιώσαμε πραγματικά ότι κάναμε ταξίδι στον χρόνο. Ένιωσα όπως ένιωθαν οι πρόγονοί μας, χιλιάδες χρόνια πριν. Δεν υπήρχε τίποτα πέραν από την άγρια και ανεπεξέργαστη φυσική ομορφιά. Ούτε κτήρια, ούτε ανάπτυξη, μόνο φύση. Είναι μια ανάμνηση που θα με συνοδεύει για πάντα».
Σε αυτό ακριβώς είναι όλη η ουσία. Αυτό είναι που αναζητούμε κι εμείς και οι τουρίστες, τόσο στον τόπο μας όσο και σε ξένους τόπους.
Στην Κύπρο, για παράδειγμα, αυτό το πράγμα μπορείς να το ζήσεις σε αρκετά σημεία. Προσωπικά, αυτή την επαφή με τη φύση και αυτό το νοητό ταξίδι στον χρόνο, τα έχω βιώσει στην υπέροχη Καρπασία, στον αξεπέραστο Ακάμα, στην καταπράσινη Μαραθάσα, στην μαγευτική Κοιλάδα του Διαρίζου…
Ας διαφυλάξουμε αυτά τα διαμάντια που έχουμε, τα οποία χωρίς να έχουν τίποτα απολύτως… ουσιαστικά έχουν τα πάντα. Ας πολεμήσουμε για τη μη «ανάπτυξή» τους -όπως τη φαντάζονται κάποιοι. Είναι πολύ εγωιστικό εκ μέρους μας να τα εξαφανίσουμε, μη δίνοντας την ευκαιρία στους επόμενους από εμάς να νιώσουν πράγματα που δεν έχουν νιώσει ποτέ, επισκεπτόμενοι τα μέρη αυτά.
«Το να βρεις τις ισορροπίες μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και προστασίας της φυσικής ομορφιάς του νησιού είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα που για να το πετύχει κάποιος πρέπει να έχει μία κυβέρνηση που νοιάζεται περισσότερο για το κοινό καλό παρά για τον εαυτό της… ανέφικτο όνειρο, τ’ ομολογώ», καταλήγει ο Paul Iacovou, δίνοντας ουσιαστικά το στίγμα του ποια είναι η δική μας ευθύνη (του καθενός από εμάς ξεχωριστά) απέναντι στον Ακάμα, στην Καρπασία, στη Μαραθάσα και σε πολλά άλλα σημεία που… δεν επιδέχονται «ανάπτυξης».
Ένα χρόνο μετά, ακόμα αντηχούν στα αυτιά μου τα όσα είπε ο Αλκίνοος στην περσινή συναυλία στο Κούριο.
Συγκεκριμένα, μιλώντας στην αρχή του live για τον υπέροχο αυτό χώρο που μας φιλοξενούσε, το Αρχαίο Θέατρο Κουρίου, είπε ότι όλοι πρέπει να τον σεβαστούμε, να μην καπνίσουμε, να μην φάμε… Παράδοση, λέει, δεν είναι μόνο αυτά που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας, αλλά και αυτά που θα κληρονομήσουν οι επόμενοι από εμάς. Αυτό, συχνά το ξεχνάμε. Ή μπορεί κιόλας να μην το έχουμε σκεφτεί ποτέ. «Δεν θέλω αυτό που θα αφήσω για τα παιδιά μας, το δικό μου αποτύπωμα, να είναι ένα αποτσίγαρο», επισημαίνει με χιούμορ.
View this post on InstagramΑλκίνοος / Βυθός / Κούριο / Ιούνιος / 2018
A post shared by Michalis Michaelides (@michailisquared) on
«Αν έπρεπε να κάνω μόνο μια συναυλία τον χρόνο, θα ήθελα να είναι σε αυτό τον χώρο» είπε μεταξύ άλλων, καταλήγοντας ως εξής: «Σε καμιά περίπτωση όμως δεν θέλω η αγάπη μου για τον χώρο να τον καταστρέψει ή έστω να τον αλλοιώσει».
Λέτε, τελικά, να είναι από υπερβολική αγάπη που γίνονται όλα όσα γίνονται στο νησί, που η «ανάπτυξη» είναι τόσο ραγδαία και σε αυτό το μέγεθος (των 48 ορόφων);