Μεγαλώνοντας παιδιά, από τη στιγμή που δεν υπάρχει κάποιο εγχειρίδιο για τη σωστή ανατροφή και διαπαιδαγώγησή τους, εμείς ο γονιοί προσπαθούμε συνεχώς να διακρίνουμε -κυρίως κάνοντας την αυτοκριτική μας- αν αυτό που τους λέμε ή τους δείχνουμε ως σωστό είναι όντως σωστό ή όχι (συνήθως κρίνοντας εκ του αποτελέσματος).
Από την άλλη, όσα και να τους πούμε, όσο διδακτικοί κι αν προσπαθούμε να γίνουμε, όσες διαλέξεις κι αν κάνουμε στον μικρόκοσμό μας, συνειδητοποιούμε τελικά ότι οι συμπεριφορές των παιδιών είναι κυρίως μιμητικές, είτε γιατί κουβαλούν το ίδιο DNA με τους γονείς, αλλά πολύ περισσότερο γιατί τα παιδιά (επίτηδες ή και υποσυνείδητα) τείνουν να αντιγράφουν αυτό που βλέπουν.
Σε ένα σχολείο, λοιπόν, που τα παιδιά πάνε για να μορφωθούν, είναι τουλάχιστον ατυχές όταν ο διευθυντής, ο άνθρωπος που έχει τη γενική ευθύνη για αυτά και την εκπαίδευσή τους, να αντιδρά τόσο απερίσκεπτα, διώχνοντας εν προκειμένω ένα από αυτά με την πρόφαση ότι δεν τηρεί τους κανονισμούς επειδή φορά μαντήλα στο κεφάλι (άσχετο αν δεν υπάρχει τέτοιος κανονισμός). Τι παράδειγμα δίνει στους έφηβους που προφανώς τον κοιτάνε αμήχανοι;
Σε ένα σχολείο στην Κύπρο, που όλοι (οι γονείς) γνωρίζουμε πόσα άλλα προβλήματα υπάρχουν και πόσο ελλειμματικός είναι ενίοτε ο τρόπος λειτουργίας, ο διευθυντής επιλέγει να εστιάσει στη μαντήλα ενός παιδιού. Ας μην κολλήσουμε όμως σε αυτή την παράμετρο. Ας το δούμε πιο πρακτικά.
Προσέξετε, σε ένα σχολείο ενός κοσμικού κράτους, που γίνονται αγιασμοί από ορθόδοξο ιερέα, εκκλησιαμοί, εξομολογήσεις, που η Εκκλησία έχει λόγο (ακόμα και στον διορισμό του ίδιου του Υπουργού), ένας διευθυντής βλέπει ως «απειλή» μια μαντηλοφορούσα μαθήτρια και τη διώχνει στη συγκέντρωση, μπροστά σε όλους.
Αν ο ίδιος Υπουργός επιλέγοντας εκ των υστέρων (μετά το καταδικαστέο συμβάν) να πλέξει το εγκώμιο του εν λόγω διευθυντή δεν μπορεί να αναγνωρίσει πως μια τέτοια συμπεριφορά εκ μέρους του μπροστά σε όλα τα παιδιά είναι τουλάχιστον προβληματική, τότε όχι, δεν είναι ο διευθυντής το πρόβλημα.
Αν κάνουμε στην άκρη την απερισκεψία του εκπαιδευτικού, του οποιουδήποτε εκπαιδευτικού, το μόνο προφανώς που θα μπορούσε να τον αποτρέψει από το να αντιδράσει καθ’ αυτό τον τρόπο είναι η ύπαρξη ενός κανονικού κράτους, με θεσμούς που λειτουργούν, που θα καταδίκαζε ουσιαστικά τη συμπεριφορά του και όχι «με ανούσιες δηλώσεις, για τα μάτια του κόσμου». Και αυτό πρέπει να συμβαίνει πάντα, σε κάθε αντίστοιχο περιστατικό.
Αντ’ αυτού, στην αρχή καταδικάζουμε, λέμε ένα «ναι μεν, αλλά», διατάζουμε έρευνες και μέχρι την έκβασή τους φροντίζουμε πάντοτε να ξεπλένουμε συμπεριφορές και καταστάσεις.
Τι να κάνουμε, αυτοί είμαστε, καθημερινά θεατές στην ίδια παράλογη σαπουνόπερα.. Ζούμε στην Κύπρο, σε μια κοινωνία που οι προβληματικοί βρίσκουν πάντα τις άκρες τους, αφού ποτέ κανένας «υπεύθυνος» δεν αντιδρά με δραστικό τρόπο, είτε γιατί φοβάται, είτε γιατί απειλείται, είτε γιατί έχει και ο ίδιος χεσμένη τη φωλιά του, είτε γιατί θέλει την ησυχία του, είτε γιατί «εντάξει μωρέ, σιγά…».
Κρίμα, πάντως, γιατί αν έστω μια φορά κάποιος απ’ όλους αυτούς τους υπεύθυνους αντιδράσει... κανονικά, πολύ εύκολα θα εξελιχθεί σε σωστό πρότυπο για πολλά παιδιά. Και στις μέρες, αυτό είναι που έχουν περισσότερη ανάγκη τα παιδιά και η κοινωνία γενικότερα. Από πρότυπα. Και όχι από δειλούς που αδυνατούν να αναλάβουν την ευθύνη τους, ακόμα και όταν το θύμα είναι ένα ανυπεράσπιστο παιδί.
Προς το παρόν, ας απολαύσουμε όλους τους καμένους εγκεφάλους που δίνουν συγχαρητήρια στον διευθυντή, στον οποιοδήποτε διευθυντή, αλλά και αυτούς που κάνουν πλακίτσα με σχόλια τύπου «δηλαδή πώς θα ερχόταν στο σχολείο αν είχε καταγωγή από φυλή ιθαγενών στη ζούγκλα του Αμαζωνίου;». Εξαιρετικό χιούμορ, μπράβο παιδιά!
Όσο δεν υπάρχουν θεσμοί, όσο δεν υπάρχει κράτος, όσο δεν υπάρχουν άνθρωποι που είναι έτοιμοι να αντιδράσουν με οποιοδήποτε κόστος, όσο δεν υπάρχουν συνέπειες για τέτοιου είδους συμπεριφορές, όσες «συγνώμες» κι αν ακούσουμε, το πρόβλημα θα είναι εκεί.
Και μόνο αν βρεθείς στη θέση του ανυπεράσπιστου θύματος μπορείς πραγματικά να το καταλάβεις, δυστυχώς.
Καλή σχολική χρονιά, είπαμε;