Άποψη
«Τα εμβόλια mRNA δεν μας μεταφέρουν τον κορωνοϊό και δεν επηρεάζουν ούτε αλληλεπιδρούν με το DNA μας»
Ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής της πολιτικής της υγείας και Διευθυντής του LSE Health στο London School of Economics and Political Science, κάνει μια άκρως κατατοπιστική ανάρτηση σε σχέση με τα mRNA εμβόλια για τον COVID-19.
«Δεν είναι ποτέ κακό να έχεις αμφιβολίες για κάτι. Ποτέ. Πρέπει ο κόσμος να έχει κριτική σκέψη, να ασχολείται, να σκέφτεται, να ανησυχεί. Δεν είναι κακό, το να πας στον γιατρό σου και να πεις ‘γιατρέ, τι γίνεται, μόνο σε ένα χρόνο έβγαλαν εμβόλιο, είναι ασφαλές, μπορώ να το βάλω;’. Δεν είναι κακό αυτό. Υπάρχουν όμως απαντήσεις σε αυτούς τους προβληματισμούς».
Αυτή η απάντηση του Δρ Νικόλα Διέτη, Επίκουρου Καθηγητή Φαρμακολογίας, σε μια πρόσφατη συνέντευξη στη CITY σε σχέση με τα εμβόλια, μας λέει ότι και οι αμφιβολίες είναι μέσα στο παιχνίδι και οι απορίες και η κριτική σκέψη. Σημαντικό όμως είναι να διαβάζουμε και να ψάχνουμε, αφού συνήθως για τις απορίες μας υπάρχουν λογικές (επιστημονικές) εξηγήσεις.
Με τίτλο «mRNA εμβόλια COVID-19», ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής της πολιτικής της υγείας και Διευθυντής του LSE Health στο London School of Economics and Political Science, κάνει μια ανάρτηση παραθέτοντάς μας λογικές εξηγήσεις.
Πιο κάτω αυτούσια η ανάρτησή του:
Θα ξεκινήσω από τα σημαντικά. Τα εμβόλια mRNA δεν μας μεταφέρουν τον κορωνοϊό και δεν επηρεάζουν ούτε αλληλεπιδρούν με το DNA μας.
Όπως και οι άλλοι τύποι εμβολίων COVID-19, τα εμβόλια τύπου ‘mRNA’ δίνουν οδηγίες στα κύτταρα μας να παράγουν δομικά τμήματα του κορωνοϊού, όπως τις ακίδες που έχουν στην επιφάνειά τους (ή τμήμα αυτών). Συγκεκριμένα κύτταρα του ανοσοποιητικού μας συστήματος αναγνωρίζουν αυτό το ‘ξένο σώμα’ και ξεκινά η πολύπλοκη - να εξηγηθεί αλλά τυπική για το σώμα- διαδικασία της ανοσοαπόκρισης. Αυτό δηλαδή που συμβαίνει και στη φυσική λοίμωξη από COVID-19. Στο τέλος της διαδικασίας, το σώμα μας έχει μάθει πως να μας προστατεύει από μελλοντικές μολύνσεις.
H ανοσοαπόκριση είναι μια πολύπλοκη διαδικασία που περιλαμβάνει πολλά είδη κυττάρων, κυτταρικών ενεργειών και συστημάτων. Όπως είναι και η ίδια η παραγωγή της ακίδας από τα κύτταρά μας μετά το εμβόλιο. Αν προσπαθήσουμε να απλοποιήσουμε κεφάλαια ολόκληρα βιοχημείας και ανοσολογίας (και όχι μόνο) για να εξηγηθεί σε 5 γραμμές το πως φτάνουμε από το σχεδιασμό ενός εμβολίου στη χρήση του, είναι δεδομένο πως θα προκύψουν ή πολλές άγνωστες λέξεις στους μη ειδικούς, ή πολλές παρεξηγήσεις με τους πιο ειδικούς. Μια απλοποιημένη ερμηνεία του φαινομένου όμως είναι η εξής:
Τα εμβόλια COVID-19 mRNA χορηγούνται συστημικά, για παράδειγμα στο μπράτσο, και ενθυλακωμένα σε ένα λιπιδικό περίβλημα. Η πληροφορία (mRNA) θα μπει στα κύτταρα και θα δοθούν οι οδηγίες παραγωγής -για παράδειγμα- της ακίδας στα μυϊκά κύτταρα. Πώς γίνεται και πώς ελέγχεται αυτό;
Πολύ χοντρικά μπορούμε να πούμε πως το κύτταρο έχει 2 χώρους: τον πυρήνα και το χώρο έξω από τον πυρήνα, το κυτταρόπλασμα που φτιάχνονται οι πρωτεΐνες. Το mRNA δεν μπαίνει στον πυρήνα του κυττάρου, όπου βρίσκεται το DNA μας.
Εξάλλου
- Το mRNA αποδομείται αφού συναρμολογηθεί μέσα στο κύτταρο η πρωτεϊνική δομή που ορίζει η πληροφορία
- Το σώμα μας έχει μηχανισμούς για να αντιμετωπίσει και να καταστρέψει το ελεύθερο-ξένο mRNA.
Αφού φτιαχτούν λοιπόν οι πρωτεΐνες, οι οδηγίες συναρμολόγησης αποδομούνται από τα κύτταρα. Μέσω συγκεκριμένων κυτταρικών μηχανισμών κάποια κύτταρα θα φέρουν τις πρωτεΐνες στην επιφάνειά τους, και μέσω της συνεργασίας πολλών συστημάτων (όπως του λεμφικού και του κυκλοφορικού) αυτές οι δομές θα παρουσιαστούν προς αναγνώριση στο ανοσοποιητικό σύστημα. Το ανοσοποιητικό σύστημα δεν τις έχει ξαναδεί και, για να επιτευχθεί τελικά η κυτταρική ανοσία, θα ξεκινήσει τη διαδικασία λεπτομερούς απομνημόνευσης της πρωτεΐνης -π.χ. της ακίδας- και θα μπορεί να επιτεθεί ταχύτατα στο φορέα της - δηλαδή τον νέο κορωνοϊό- όταν τον συναντήσει στο μέλλον.
Μπορεί να νιώθουμε πόνο σε εκείνο το σημείο που έγινε η ένεση; Ναι.
Μπορούν το εμβόλιο ή οι ακίδες να τροποποιήσουν το DNA αυτών των κυττάρων; Όχι.
Κάποιοι αναρωτιούνται γιατί δεν είχαν ξανακούσει για τα mRNA εμβόλια. Αυτού του τύπου τα εμβόλια είναι νέα, όχι άγνωστα. Και ναι, προς το παρόν δεν υπάρχουν άλλα εγκεκριμένα εμβόλια mRNA αλλά πολλά βρίσκονται σε κλινικές δοκιμές, για διάφορους τύπους καρκίνου αλλά και για ιούς, όπως για παράδειγμα γρίπη, ζίκα και κυτταρομεγαλοϊό (CMV). Εξ ου και γιατί όταν ήταν διαθέσιμες οι απαραίτητες πληροφορίες (όπως η γενετική αλληλουχία του ιού, και οι πιθανές δομές της πρωτεΐνης ακίδας) οι επιστήμονες προχώρησαν στη χρήση υπαρχουσών πλατφόρμων και άρχισαν να σχεδιάζουν COVID-19 mRNA εμβόλια. Οι στόχοι πραγματοποιήθηκαν και δεδομένων των μεγάλων επενδύσεων στην ανάπτυξη των εμβολίων.
Τι εννοώ λέγοντας χρήση υπαρχουσών πλατφόρμων;
Το mRNA είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο μακρομόριο. Η εισαγωγή του στα κύτταρα και η επιβίωσή του στο ενδοκυτταρικό περιβάλλον είναι πολύ δύσκολη ακόμα και με τοπική χορήγηση. Ταυτόχρονα, υπάρχουν τεχνικά προβλήματα που μπορεί να προκύψουν από τα χαρακτηριστικά της πληροφορίας που χρειάζεται να μεταφερθεί. Μια άλλη δυσκολία προκύπτει από το αν θέλουμε να προσεγγίσουμε υγιή ιστό ή ιστό που νοσεί (όπως στα mRNA εμβόλια για τον καρκίνο). Η βελτιστοποίηση της στοχευμένης συστημικής χορήγησης της πληροφορίας, μέσω ενός mRNA εμβολίου επιτεύχθηκε και με διεπιστημονικές προσεγγίσεις. Αυτό το είδαμε και με τα νέα εμβόλια, που το mRNA είναι ενθυλακωμένο σε ένα φιλικό προς το κύτταρο λιπιδικό περίβλημα που έχει αναπτυχθεί χρησιμοποιώντας τεχνογνωσία από τη χρήση των νανοσωματιδίων.
Η επιτυχία των εμβολίων mRNA λοιπόν είναι σημαντική και πολυδιάστατη και η λύση διεπιστημονική, καθώς οι ερευνητές αντιμετώπιζαν για δεκαετίες πολλές από αυτές τις προκλήσεις που ανέφερα εν συντομία.
Πολλοί αναρωτιούνται ποιο εμβόλιο θα είναι καλύτερο.
Το κύριο όφελος των εμβολίων mRNA, όπως όλων των εμβολίων, είναι πως αυτοί που έχουν εμβολιαστεί αποκτούν προληπτικό πλεονέκτημα και προστατεύονται από τη λοίμωξη χωρίς να διακινδυνεύσουν τις σοβαρές συνέπειες της ασθένειας του COVID-19.
Η ερώτηση αυτή δεν μπορεί να απαντηθεί ακόμα, γιατί ακόμα και να είχαμε στα χέρια μας όλα τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών ο σχεδιασμός κάθε μελέτης διαφέρει. Για παράδειγμα, δεν έχουμε ούτε τον ίδιο αριθμό συμμετεχόντων, ούτε ισάριθμες ηλικιακές ομάδες. Μας αφορά όμως η διαφάνεια των κλινικών μελετών, η ασφάλεια και η υψηλή αποτελεσματικότητά των εμβολίων.
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα κρίνονται από τα δεδομένα που προκύπτουν από τις κλινικές δοκιμές, τα οποία εξετάζονται από ειδικούς. Τα δεδομένα αυτά δημοσιεύονται σε επιστημονικά περιοδικά και δημοσιοποιούνται για έλεγχο από τις ρυθμιστικές αρχές ώστε τα εμβόλια να εγκριθούν προς αδειοδότηση.