Ο δημοσιογράφος, τότε, χρησιμοποίησε τον όρο «blockbuster» για να περιγράψει τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς με στόχο βιομηχανικές περιοχές της φασιστικής Ιταλίας. Οι βόμβες που χρησιμοποιήθηκαν για το σκοπό αυτό, «blockbuster», λόγω της ικανότητάς τους να καταστρέφουν (buster) ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο (block).
Η επιτυχία του όρου οδήγησε στην εισαγωγή του στο αμερικανικό λεξικό, ως μεταφορική έννοια που περιγράφει κάτι σοκαριστικό, εκρηκτικό και πολύ μεγάλο.
Η χρήση του «νέου» όρου, εντοπίζεται και πάλι σε διάφορα άρθρα του TIME, για ειδήσεις που αφορούν είτε δικαστικό ρεπορτάζ είτε αθλητικό.
Στο τεύχος του περιοδικού, στις 9 Μαΐου 1943, η λέξη χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά για να περιγράψει μία ταινία, όχι για τα εισιτήρια που έκοψε, αλλά για το αιχμηρό περιεχόμενό της. Ωστόσο, λίγο αργότερα, η λέξη άρχισε να χρησιμοποιείται για να περιγράψει όσες ταινίες είχαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Δεδομένης της προέλευσης της λέξης, η οποία χρησιμοποιήθηκε για να χαρακτηρίσει μεγάλες βομβιστικές επιθέσεις, πολλοί αρθρογράφοι για αρκετά χρόνια μετά και τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, θεωρούσαν προσβολή να χρησιμοποιούν ένα τέτοιο όρο για κάτι τόσο ελαφρύ, όπως μία ταινία.
Σύντομα, όμως, έγινε ξεκάθαρο πως η ψυχαγωγική ερμηνεία της λέξης blockbuster, θα εξαφάνιζε την αρχική της σημασία.