Τι ισχύει με τη νόσο του κορωνοϊού και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (-fen)

Πώς τοποθετείται επί του θέματος ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA).

Article featured image
Article featured image

Πιο κάτω η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας.

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) έχει επίγνωση των αναφορών που γίνονται κυρίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και εγείρουν ερωτήματα σχετικά με το εάν τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (NSAIDs) όπως η ιβουπροφαίνη θα μπορούσαν να επιδεινώσουν τη νόσο του κορωνοϊού (COVID-19).

Επί του παρόντος δεν υπάρχουν επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν τη συσχέτιση μεταξύ της ιβουπροφαίνης και της επιδείνωσης της COVID-19. Ο EMA παρακολουθεί στενά την κατάσταση και θα επανεξετάσει τυχόν νέες πληροφορίες που θα είναι διαθέσιμες για το θέμα αυτό στο πλαίσιο της πανδημίας.

Τον Μάιο του 2019, η επιτροπή ασφάλειας του ΕΜΑ (PRAC) ξεκίνησε μια ανασκόπηση των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ιβουπροφαίνη και κετοπροφαίνη, σύμφωνα με έρευνα της Γαλλικής Εθνικής Υπηρεσίας Φαρμάκων και Ασφάλειας Υγείας (ANSM), η οποία έδειξε ότι η μόλυνση από ανεμοβλογιά (varicella) και ορισμένες βακτηριακές λοιμώξεις θα μπορούσαν να επιδεινωθούν από αυτά τα φάρμακα. Οι πληροφορίες για τα προϊόντα πολλών ΜΣΑΦ περιέχουν ήδη προειδοποιήσεις ότι οι αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις τους μπορεί να κρύψουν τα συμπτώματα μιας επιδεινούμενης λοίμωξης. Η επιτροπή Φαρμακοεπαγρύπνησης του ΕΜΑ (PRAC) εξετάζει όλα τα διαθέσιμα δεδομένα για να διαπιστώσει εάν απαιτούνται πρόσθετα μέτρα.

Κατά την έναρξη της θεραπείας για πυρετό ή πόνο στον COVID-19, οι ασθενείς και οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να εξετάσουν όλες τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της παρακεταμόλης και των ΜΣΑΦ. Κάθε φάρμακο έχει τα δικά του οφέλη και τους κινδύνους που αντικατοπτρίζονται στις πληροφορίες για τα προϊόντα του και τα οποία πρέπει να εξεταστούν μαζί με τις εθνικές οδηγίες θεραπείας της ΕΕ, οι περισσότερες από τις οποίες συνιστούν την παρακεταμόλη ως πρώτη επιλογή θεραπείας για πυρετό ή πόνο.

Σύμφωνα με τις εθνικές οδηγίες θεραπείας της ΕΕ, οι ασθενείς και οι επαγγελματίες του τομέα υγείας μπορούν να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν ΜΣΑΦ (όπως ιβουπροφαίνη) σύμφωνα με τις εγκεκριμένες πληροφορίες για το προϊόν. Οι τρέχουσες συμβουλές περιλαμβάνουν ότι αυτά τα φάρμακα χρησιμοποιούνται στη χαμηλότερη αποτελεσματική δόση για το συντομότερο δυνατό χρονικό διάστημα.

Οι ασθενείς που έχουν οποιεσδήποτε ερωτήσεις θα πρέπει να μιλήσουν με τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό τους. Δεν υπάρχει επί του παρόντος κανένας λόγος για τους ασθενείς που παίρνουν ιβουπροφαίνη να διακόψουν τη θεραπεία τους, με βάση τα παραπάνω. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για ασθενείς που λαμβάνουν ιβουπροφαίνη ή άλλα φάρμακα ΜΣΑΦ για χρόνιες παθήσεις.

Σε συνέχεια της τρέχουσας ανασκόπησης ασφάλειας της PRAC σχετικά με την ιβουπροφαίνη και την κετοπροφαίνη, ο EMA υπογραμμίζει την ανάγκη έγκαιρης διεξαγωγής επιδημιολογικών μελετών για την παροχή επαρκών αποδείξεων σχετικά με την οποιαδήποτε επίδραση των ΜΣΑΦ στην πρόγνωση της νόσου για το COVID-19. Ο Οργανισμός απευθύνεται στους ενδιαφερόμενους και είναι έτοιμος να υποστηρίξει ενεργά τέτοιες μελέτες, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες για την καθοδήγηση οποιωνδήποτε μελλοντικών συστάσεων θεραπείας.

Ο ΕΜΑ θα παράσχει περαιτέρω πληροφορίες, εφόσον είναι απαραίτητο, και αφού ολοκληρωθεί η αναθεώρηση της PRAC.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ