Μίλα μου
Η Λένα Σπανού, η πρώτη καραγκιοζοπαίχτρια στην Κύπρο, μιλά στη CITY
Η καραγκιοζοπαίχτρια Λένα Σπανού προσπαθεί να διαφυλάξει αυτό το σημαντικό κομμάτι της άυλης πολιτιστικής μας κληρονομιάς, παρά τις ποικίλες δυσκολίες του επαγγέλματος.
Από τη Δέσποινα Χριστοδούλου
Κεντρική Φωτογραφία: Γιώργος Νικολάου
Το Θέατρο Σκιών αποτελεί κομμάτι μίας παράδοσης, το οποίο έφτασε στον τόπο μας τον 19ο αιώνα από εμπόρους και καραγκιοζοπαίχτες. Πρόκειται για μία παράδοση η οποία στις μέρες μας προσπαθεί με κάθε τρόπο να αντεπεξέλθει στις ποικίλες δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει.
Η CITY επικοινώνησε με την κα Λένα Σπανού, την ίσως μοναδική καραγκιοζοπαίχτρια στην Κύπρο, η οποία μάς μίλησε για το Θέατρο Σκιών, τη συχνά παρεξηγημένη μορφή του Καραγκιόζη, τη σχέση του με τους αριστοφανικούς ήρωες, αλλά και τη δική της απόφαση να ασχοληθεί με τον ανδροκρατούμενο χώρο του Θεάτρου Σκιών, ούσα, όταν πρωτοξεκίνησε, η πρώτη και ίσως μοναδική καραγκιοζοπαίχτρια σε Κύπρο και Ελλάδα.
Τι σημαίνει «Θέατρο Σκιών»;
Το Θέατρο Σκιών σημαίνει για εμένα δημιουργία, έμπνευση και συνεχή εξέλιξη της σκηνοθετικής, υποκριτικής και εικαστικής του φόρμας, που ούτε εγώ η ίδια δεν ξέρω που θα με οδηγήσει. Σαν θέατρο έχει να κάνει με το να παίζεις με τη σκιά, δηλαδή η σκιά περνάει μέσα από τη φιγούρα και διαμορφώνεται η ίδια η φιγούρα, γι’ αυτό και πρέπει να είναι διαφανές το υλικό. Αν είναι χάρτινο, ανοίγεις τρυπούλες και βάζεις χρώματα ή αν είναι ξύλινο, δημιουργείς τα λεγόμενα «κεντήματα σχισμές» που δίνουν τη μορφή της φιγούρας, όπως ο καραγκιόζης κτλ. Μέσα από αυτές τις σχισμές και το διαφανές υλικό περνάει το φως και δημιουργείται σκιά, δίνοντας μία άλλη αίσθηση.
Γενικά, οι τέχνες περνούν κρίση. Το κράτος δεν τις στηρίζει επάξια, είμαστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Έχουν μειωθεί πολύ οι επιχορηγήσεις, αλλά κάποιοι μελετητές ισχυρίζονται ότι έχει μειωθεί και το αισθητικό επίπεδο.
Ισχύει ότι είστε η πρώτη καραγκιοζοπαίχτρια σε Κύπρο και Ελλάδα;
Όταν ξεκίνησα το 1996, ήμουν η πρώτη και μοναδική καραγκιοζοπαίχτρια σε Κύπρο και Ελλάδα. Δεν ξέρω στην Ελλάδα τώρα τι γίνεται. Σίγουρα στην Κύπρο εξακολουθώ να είμαι η μοναδική. «Καραγκιοζοπαίχτρια» σημαίνει ότι μπορείς να παίξεις όλους τους ρόλους, όχι μόνο να βοηθάς. Φυσικά, δεν είναι κάτι που με απασχολεί, γιατί στόχος μου δεν ήταν να γίνω η πρώτη και η μοναδική γυναίκα που ασχολείται με αυτό.
Με ενδιέφερε, όταν ξεκίνησα το 1976, πρώτον να προωθήσω ως σκηνοθέτις τη δική μου σκηνοθετική άποψη στο Θέατρο Σκιών και δεύτερον να υπάρχει ένας άνδρας και μία γυναίκα πίσω από τον μπερντέ, που να μιμούνται, και όχι μόνο ένας άντρας, όπως συνηθιζόταν μέχρι τότε. Ήταν κάτι μοναδικό και πρωτοποριακό για τα θεατρικά δρώμενα όχι μόνο της Κύπρου, αλλά και της Ελλάδας στο Θέατρο Σκιών. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του Θεάτρου Σκιών που ανέβηκε παράσταση και πίσω από τον μπερντέ υπήρχε ένας άνδρας και μία γυναίκα να παίζουν τους ρόλους. Ακούγεται η ανδρική με τη γυναικεία φωνή και δημιουργείται αυτό το «παιχνίδι» μεταξύ των φωνών, που δημιουργεί έναν άλλο ερωτισμό.
Πότε και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το Θέατρο Σκιών; Ποιο ήταν το πρώτο ερέθισμα;
Δεν αποφάσισα από νεαρή ηλικία ότι ήθελα να ασχοληθώ με το Θέατρο Σκιών, αλλά μού πήρε αρκετά χρόνια. Είχα ήδη σπουδάσει Σκηνοθεσία Κινηματογράφου και Τηλεόρασης και με το που αποφοίτησα, ήρθα στην Κύπρο, για να συνεχίσω τις σπουδές μου. Δούλεψα στον ΘΟΚ, δίδαξα σε κολέγια, στο Frederick, σκηνοθέτησα και διασκεύασα έργα για εφήβους, όπως τους «Όρνιθες» και τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη, «Το όνειρο καλοκαιρινής νυχτός» του Σαίξπηρ. Εδωσα παραστάσεις σε σχολεία, έκανα θεατρικά εργαστήρια και πολλά άλλα. Το 1993, για παράδειγμα, τρία ήταν τα θεατρικά εργαστήρια στην Κύπρο, μαζί με το δικό μου. Εντούτοις, είχα αντιληφθεί πως αυτά που έκανα δεν με γέμιζαν ούτε με κάλυπταν, άφου ένιωθα πως δεν δημιουργούσα. Είναι δύσκολο να δημιουργήσεις στην Κύπρο. Εγώ ήθελα κάτι δικό μου, δημιουργικό, το οποίο να μπορώ να το εξελίξω με καινοτόμες ιδέες και αυτό κάνω. Οι φιγούρες μου, για παράδειγμα, είναι καινοτόμες, έχουν εικαστική άποψη.
Όταν ήμουν 32, πρότεινα την ιδέα μου στον συνάδελφο και ηθοποιό Πάμπο Χαραλάμπους, με τον οποίο δουλεύαμε μαζί στον ΘΟΚ. Αυτός την αποδέχτηκε αμέσως και στην πορεία αποδείχτηκε εξαιρετικός στον ρόλο του Καραγκιόζη. Στις 27 Μαρτίου 1995, Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου, δώσαμε την πρώτη μας παράσταση, ενώ την επόμενη χρονιά αρχίσαμε να δίνουμε παραστάσεις και στα σχολεία. Είχε γίνει χαμός, κάθε μέρα δίναμε παράσταση και σε άλλο σχολείο, γυρίζαμε όλη την Κύπρο. Δεν παίζαμε μόνο σε σχολεία, αλλά και σε κοινότητες, οργανωμένες παραστάσεις από τον ΚΟΤ, τράπεζες, δήμους, κατασκηνωτικούς χώρους και αλλού. Ουσιαστικά, γράφαμε ιστορία θεάτρου. Αργότερα ο Πάμπος αποχώρησε, εντούτοις, εγώ συνεχίζω να δίνω παραστάσεις μέχρι και σήμερα. Στη συνέχεια, συνεργάστηκαν μαζί μου και άλλοι ηθοποιοί.
Ένας άλλος λόγος που με έκανε να ασχοληθώ με το Θέατρο Σκιών είναι ότι έχει άμεση σχέση με παιδιά. Κάποιες βασικές γνώσεις, για το τι συμβολίζει η κάθε φιγούρα, μού τις έδωσε ο πατέρας μου. Γνώριζε τι συμβολίζει ο κάθε τύπος-φιγούρα, αφού ήδη από νεαρή ηλικία έφτιαχνε φιγούρες και έπαιζε με τα άλλα παιδιά της γειτονιάς στον Άγιο Δομέτιο.
Το δυσκολότερο ίσως κομμάτι ήταν να μελετήσω και να βάλω σε πράξη τη σκηνοθετική-υποκριτική φόρμα του Θεάτρου Σκιών μαζί με τη δική μου. Το Θέατρο Σκιών, σύμφωνα με τον θεατρολόγο Βάλτερ Πούχνερ, είναι η συνέχεια του αριστοφανικού έργου. Έχουν πολλά κοινά που δεν είναι της παρούσης να τα αναλύσουμε. Το σημαντικότερο κοινό τους είναι ο αυτοσαρκασμός. Για παράδειγμα, τόσο ο Πεισθέτερος στους «Όρνιθες» και ο Χρεμύλος στον «Πλούτο» όσο και ο Καραγκιόζης αυτοσαρκάζονται. Διακωμωδούν από τη μια τα κακώς έχοντα της κοινωνίας, αλλά συγχρόνως γελούν με όλα αυτά που τους πονούν και τους συνθλίβουν.
Το Θέατρο Σκιών είναι η συνέχεια του αριστοφανικού έργου. Το σημαντικότερο κοινό τους είναι ο αυτοσαρκασμός. Για παράδειγμα, τόσο ο Πεισθέτερος στους «Όρνιθες» και ο Χρεμύλος στον «Πλούτο» όσο και ο Καραγκιόζης αυτοσαρκάζονται. Διακωμωδούν από τη μια τα κακώς έχοντα της κοινωνίας, αλλά συγχρόνως γελούν με όλα αυτά που τους πονούν και τους συνθλίβουν.
Τι γνώσεις προϋποθέτει το επάγγελμά σας, αλλά και τι θυσίες απαιτούνται;
Για εμένα προϋποθέτει γνώσεις συγκεκριμένης σκηνοθετικής-υποκριτικής φόρμας, φωνητική και εκφορά του λόγου, με σωστές διαγραμματικές αναπνοές, σωστή τοποθέτηση της φωνής για να πηγαίνει κάτω ο λόγος, να το διασκεδάζεις πολύ όταν παίζεις και άλλα. Έχω κάνει αρκετά τέτοια μαθήματα, φωνητικής και εκφοράς του λόγου, με τον Αντρέα Μαραγκό. Κρύβεται πολλή δουλειά πίσω από μία παράσταση, για να μπορείς να παίζεις καλά έναν ρόλο. Για παράδειγμα, η πρώτη μου παράσταση συγκριτικά με τη σημερινή, έχουν μεγάλες διαφορές. Πρέπει συνέχεια να δουλεύεις τους ρόλους και όλα τα άλλα, σαν να βρίσκεσαι σε ένα εργαστήρι έρευνας. Δεν ξέρεις πού θα σε πάρει.
Οι θυσίες που εγώ προσωπικά έχω κάνει, είναι αρκετές. Έχω διαλύσει τα γόνατά μου, αφού έπρεπε να κουβαλάω βαριά αντικείμενα, τα μάτια μου από τους προβολείς… Για να μείνεις στον χώρο είναι δύσκολο. Πλέον, οι επιχορηγήσεις και οι παραστάσεις έχουν μειωθεί. Η θυσία πολλές φορές έγκειται στην προσπάθεια να παραμείνεις στον χώρο και να εξελίσσεις τη φόρμα, τη σκηνοθεσία και γενικά τη δουλειά σου.
Αν αυτό το επάγγελμα, που λέγεται θέατρο, τηλεόραση, χορός κ.λπ., δεν με βοηθά να επιζήσω, δύο είναι οι επιλογές: ή θα τα παρατήσω ή αν το αγαπώ τόσο πολύ και δεν θέλω να το αφήσω θα κάνω παράλληλα και μια άλλη δουλειά. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, επεβίωνα άνετα από το Θέατρο Σκιών, αλλά τώρα κάνω και άλλη δουλειά, η οποία με βοηθά να μην παρατήσω το Θέατρο.
Ποιους καραγκιοζοπαίχτες έχετε ως πρότυπα;
Όταν αποφάσισα να ασχοληθώ έπρεπε να βρω κείμενα και στάθηκα τυχερή να βρω κασέτες του Ευγένιου Σπαθάρη. Έχω κάποια αδυναμία στον Σπαθάρη, τον οποίο γνώρισα και προσωπικά και μου είχε πει τότε πως δεν δέχονται γυναίκες καραγκιοζοπαίχτριες να μπουν στο Θέατρο Σκιών. Δεν ξέρω αν άλλαξε κάτι.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας χαρακτήρας από αυτούς που ενσαρκώνετε;
Ποιος άλλος; Λατρεύω τον Καραγκιόζη, όταν ακούω Καραγκιόζη απογειώνομαι, νιώθω πως είμαι σε άλλο πλανήτη. Ο Καραγκιόζης είναι παρεξηγημένη φιγούρα και έννοια, πρέπει να αποκαλούμαι κάποιον Καραγκιόζη και να είναι τιμή και όχι η προσφώνηση να είναι χρωματισμένη υποτιμητικά. Ο Καραγκιόζης είναι ο καθημερινός, απλός άνθρωπος, που παλεύει να επιβιώσει κάτω από δύσκολες κοινωνικές καταστάσεις, χωρίς να χάνει την ποιότητα και την ανθρωπιά του. Κλέβει από τον Πασά, για να τα δώσει στους φτωχούς, όταν αναγκαστεί θα ξεγελάσει την εξουσία, για να επιβιώσει. Μάς διδάσκει πώς να διαχειριζόμαστε την κάθε μορφής καταπιεστική εξουσία με την ευφυία και την προσαρμοστικότητά μας. Είναι ένας σύγχρονος και κλασικός άνθρωπος με την έννοια ότι αντιπροσωπεύει τον κάθε ένα από εμάς.
Η γοητεία του Καραγκιόζη βρίσκεται στο ότι είναι πολύστροφος και πανέξυπνος, είναι ευέλικτος και προσαρμοστικός, αυτά είναι από τα μεγαλύτερα χαρίσματά του. Καταφέρνει να επιβιώνει χωρίς να αλλοιώνεται. Ακόμη ένα χαρακτηριστικό του Καραγκιόζη είναι ο αυτοσαρκασμός, το να γελώ δηλαδή με τα δικά μου παθήματα. Αυτό είναι ιδίωμα των μεσογειακών λαών, όχι του δυτικού κόσμου. Ο αυτοσαρκασμός είναι θεραπευτικός, καθώς σε βοηθά να εκτονώσεις το αρνητικό συναίσθημα και να χαλαρώσεις. Ο Καραγκιόζης αντιπροσωπεύει τον λαό, δηλαδή έρχεται και εκφράζεται για καταστάσεις και προβλήματα, για τα οποία ο λαός φοβάται να μιλήσει.
Ο Καραγκιόζης είναι ο καθημερινός, απλός άνθρωπος, που παλεύει να επιβιώσει κάτω από δύσκολες κοινωνικές καταστάσεις, χωρίς να χάνει την ποιότητα και την ανθρωπιά του. Κλέβει από τον Πασά, για να τα δώσει στους φτωχούς, όταν αναγκαστεί θα ξεγελάσει την εξουσία, για να επιβιώσει. Μάς διδάσκει πώς να διαχειριζόμαστε την κάθε μορφής καταπιεστική εξουσία με την ευφυία και την προσαρμοστικότητά μας.
Τι προσπαθείτε να πετύχετε μέσω μίας παράστασης ή και να διδάξετε στους θεατές που σας βλέπουν;
Προσπαθώ να περάσω την ευφυία και την προσαρμοστικότητα του Καραγκιόζη. Η φιγούρα του ξεκινά πάντα με μία δύσκολη κατάσταση, δεν έχει ιδέα, αλλά θα βρει τον τρόπο να λύσει το πρόβλημα, αλλά δεν τα βάζει κάτω και συνήθως την βρίσκει τη λύση. Στη συνέχεια, θέλω ο κόσμος να γελάσει όσο μπορεί ή τουλάχιστον να χαλαρώσει. Προσπαθώ, κατά τη διάρκεια της παράστασης, να αναπτύξω όσο το δυνατόν περισσότερο, μια δυνατή επικοινωνιακή, συγκινησιακή κατάσταση μέσα από το κωμικό στοιχείο. Πρόκειται για ένα συγκινησιακό παιχνίδι επικοινωνίας με το κοινό, δούνε και λαβείν συναισθημάτων. Πολλές φορές, ανάλογα με τις συνθήκες, φτάνουμε, τόσο εγώ όσο και το κοινό, σε πολύ δυνατές συγκινησιακές δονήσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που έχω συχνά εξαιρετικές κριτικές. Αυτό το κομμάτι της δουλειάς μου το αγαπώ πολύ, μου δίνει πολλή ενέργεια και δύναμη. Νιώθεις σαν να βρίσκεσαι σε έναν άλλο πλανήτη, απογειώνεσαι.
Γιατί κατά την άποψή σας διανύει τη δυσκολότερη περίοδο της πορείας του τα τελευταία χρόνια;
Γενικά οι τέχνες περνούν κρίση -με την έννοια τέχνες αναφέρομαι στο θέατρο, στο Θέατρο Σκιών, στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, στα εικαστικά, στον χορό, κ.ά. Το κράτος δεν τις στηρίζει επάξια, είμαστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Έχουν μειωθεί πολύ οι επιχορηγήσεις, αλλά κάποιοι μελετητές ισχυρίζονται ότι έχει μειωθεί πολύ και το αισθητικό επίπεδο.
Το Θέατρο Σκιών ήταν γνωστό στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, είναι το πρώτο ζωντανό σινεμά, εφόσον η οθόνη του έχει σχήμα σινεμά. Με την άφιξη, όμως, του σινεμά το Θέατρο των σκιών έχασε την αξία του, δεν είχε πια τόση ζήτηση. Έπειτα, κάποιοι καραγκιοζοπαίχτες στην προσπάθειά τους να το επαναφέρουν, άρχισαν να βάζουν τον Καραγκιόζη να δέρνει. Να τονίσω, σε αυτό το σημείο, πως ο Καραγκιόζης ως φιγούρα δεν δέρνει και δεν βρίζει, αλλά θα το κάνει μόνο αν είναι άκρως απαραίτητο. Δεν είναι χαρακτηριστικά του Καραγκιόζη αυτά. Θα ανατρέξω στον Βάλτερ Πούχνερ, στον Αυστριακό συγγραφέα και θεατρολόγο, ο οποίος τόνισε ότι αυτό το πράγμα έφθειρε το Θέατρο Σκιών, γιατί ο Καραγκιόζης έλαβε μια μειονεκτική χροιά. Δεν πάμε πλέον, για να γελάσουμε, αλλά για να «πελλαρίσουμε». Μετά το 1960, άρχισε ξανά η ζήτηση και η αγάπη προς το Θέατρο Σκιών.