Η Συρία κατέγραψε 7 νεκρούς στο πρώτο μεγάλο ξέσπασμα χολέρας εδώ και μια δεκαετία

To ξέσπασμα της επιδημίας φαίνεται να συνδέεται με τις «σοβαρές ελλείψεις νερού», απόρροια του πολυετούς εμφυλίου πολέμου, ο οποίος προκάλεσε εκτεταμένη καταστροφή των υποδομών ύδρευσης.

Article featured image
Article featured image


Το πρώτο μεγάλο ξέσπασμα χολέρας στη Συρία εδώ και μια δεκαετία έχει ήδη στοιχίσει τη ζωή σε επτά ανθρώπους και έχει μολύνει πάνω από 50, ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο Υγείας εν μέσω ευρείας ανησυχίας λόγω της καταστροφής των υποδομών ύδρευσης της χώρας.

Χθες το βράδυ, το υπουργείο σε ανακοίνωσή του επιβεβαίωσε την ύπαρξη 53 κρουσμάτων χολέρας που έχουν καταγραφεί σε πέντε από τις 14 επαρχίες της χώρας με τον υψηλότερο αριθμό να σημειώνεται στο Χαλέπι, την επαρχία αυτή της βόρειας Συρίας.

Η ανακοίνωση ανέφερε ότι επτά άνθρωποι πέθαναν από τη νόσο.

Ο επικαιροποιημένος απολογισμός δόθηκε στη δημοσιότητα μετά την ανακοίνωση από το υπουργείο δύο ακόμη επιβεβαιωμένων θανάτων από χολέρα τη Δευτέρα.

Η χολέρα συνήθως μεταδίδεται μέσω μολυσμένων τροφίμων ή μολυσμένου νερού και προκαλεί διάρροια και εμετούς. Μπορεί να εξαπλωθεί σε κατοικημένες περιοχές που στερούνται κατάλληλων αποχετευτικών δικτύων ή δικτύων υδροδότησης.

Χθες ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποίησε ότι υπάρχει ένας «πολύ υψηλός» κίνδυνος εξάπλωσης της χολέρας σε όλη τη Συρία.

Όπως ανακοίνωσε ο ΠΟΥ, τα πιο πρόσφατα κρούσματα χολέρας ήταν τα πρώτα που αναφέρθηκαν στη χώρα από το 2009 όταν είχαν επιβεβαιωθεί 342 κρούσματα στην επαρχία Ντέιρ Εζόρ στα ανατολικά της χώρας και στην επαρχία Ράκα στα βόρεια.

Η πάνω από μια δεκαετία εμφυλίου πολέμου έχει καταστρέψει τα δύο τρίτα των εργοστασίων επεξεργασίας νερού, τους μισούς από τους υπάρχοντες σταθμούς υδάτων και το ένα τρίτο από τις δεξαμενές ύδατος, όπως ανακοίνωσε η UNICEF.

Σχεδόν ο μισός πληθυσμός βασίζεται σε εναλλακτικές και συχνά επικίνδυνες υδάτινες πηγές, ενώ τουλάχιστον το 70% των αποβλήτων δεν υποβάλλεται σε επεξεργασία, όπως προστίθεται στην ανακοίνωση.

Ένα ξέσπασμα χολέρας έπληξε το γειτονικό Ιράκ το καλοκαίρι για πρώτη φορά μετά το 2015.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η νόσος πλήττει μεταξύ 1,3 εκατομμυρίου και 4 εκατομμυρίων ανθρώπων κάθε χρόνο εκ των οποίων χάνουν τη ζωή τους από 21.000 ως 143.000 άνθρωποι.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ