Επιστήμη
Μερικά δελφίνια κατέχουν μια πολύ σπάνια έβδομη αίσθηση
Η ηλεκτροαντίληψη φαίνεται να βρίσκεται σε αισθητήρες που θυμίζουν τα μουστάκια που έχουν οι γάτες ή οι φώκιες.
Τα δελφίνια είναι από τα λίγα θηλαστικά που έχουν έξι αισθήσεις. Εκτός από τη γεύση, την όσφρηση, την ακοή, την όραση και την αφή, έχουν και την αίσθηση του ηχοεντοπισμού, δηλαδή τα ηχητικά κύματα που παράγουν ανακλώνται από αντικείμενα στο νερό, γεγονός που τους επιτρέπει να ανιχνεύουν ακόμη και ένα μικρό ψάρι σε απόσταση μεγαλύτερη από 300 μέτρα.
Όμως τώρα οι επιστήμονες ήρθαν να επιβεβαιώσουν ότι ένα είδος δελφινιού έχει και μία έβδομη αίσθηση. Συγκεκριμένα σύμφωνα με δημοσίευμα της El Pais, μία σειρά πειραμάτων διαπίστωσε ότι το ρινοδέλφινο (Tursiops truncatus) – το πιο συνηθισμένο είδος που συναντάται στα ενυδρεία – διαθέτει μια έβδομη αίσθηση: είναι ικανό να ανιχνεύει ηλεκτρικά πεδία, μια ικανότητα που θα το βοηθούσε να κυνηγάει ψάρια που κρύβονται στον πυθμένα της θάλασσας.
Επίσης, οι ερευνητές θεωρούν ότι αυτή η ικανότητα της αντίληψης του ηλεκτρισμού, βοηθάει τα ρινοδέλφινα να προσανατολίζονται ακολουθώντας το μαγνητικό πεδίο της Γης.
Πολύ σπάνια ικανότητα σε θηλαστικά
Αν και πολλά ψάρια, ιδίως τα ελασμοβράγχια (σαλάχια και καρχαρίες), και ορισμένα αμφίβια μπορούν να ανιχνεύσουν ηλεκτρικά πεδία χαμηλής έντασης, αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο στα θηλαστικά. Τόσο σπάνιο, που μόνο δύο από τα πιο ασυνήθιστα ζώα στον πλανήτη έχουν αυτή την ικανότητα: ο πλατύποδας και η αυστραλιανή έχιδνα, και τα δύο μονοτρήματα που γεννούν αυγά και έχουν ένα μόνο άνοιγμα, την κλόακα, όπου συγκλίνουν το πεπτικό, το ουροποιητικό και το αναπαραγωγικό σύστημα.
Το 2011, μια ομάδα Γερμανών επιστημόνων ανακάλυψε ότι το δελφίνι της Γουιάνας (Sotalia guianensis) αντιλαμβάνεται ηλεκτρικά σήματα. Αυτό το δελφίνι, που ενδημεί στον αμερικανικό Νότιο Ατλαντικό, από την Καραϊβική έως τις ακτές της Βραζιλίας, κυνηγά τα ψάρια που κρύβονται πάνω ή κάτω από την άμμο στον πυθμένα της θάλασσας. Πλέον μέλη της ομάδας που έκανε αυτή την ανακάλυψη επιβεβαίωσε ότι και τα ρινοδέλφινα έχουν αυτή την ικανότητα.
Οι ηλεκτροδεκτικές ικανότητες του δελφινιού της Γουιάνας οδήγησαν τον Γκουίντο Ντένχαρντ, διευθυντή του Κέντρου Θαλασσίων Επιστημών του Πανεπιστημίου του Ροστόκ στη Γερμανία, να σκεφτεί ότι και άλλα δελφίνια θα μπορούσαν να έχουν αυτή την έβδομη αίσθηση.
Ο Ντένχαρντ που ήταν ένας από τους υπεύθυνους της ανακάλυψης του 2011, ήταν πεπεισμένος ότι και τα ρινοδέλφινα πρέπει να έχουν αυτή την ικανότητα.
«Και τα δύο είδη ακολουθούν μια βενθική στρατηγική διατροφής», εξήγησε στην El Pais μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Αυτό σημαίνει ότι και τα δύο τρώνε ψάρια που ζουν στον πυθμένα του ωκεανού. Έτσι, αν το δελφίνι της Γουιάνας είναι ικανό να ανιχνεύει τον ηλεκτρισμό που παράγεται από τα ψάρια, γιατί να μην μπορεί να το κάνει και το ρινοδέλφινο;
Το σήμα που ανιχνεύουν τα δελφίνια
Όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί δημιουργούν ηλεκτρικά πεδία γύρω από το σώμα τους όταν βρίσκονται στο νερό. Αυτό είναι το σήμα που ανιχνεύουν τα δελφίνια.
Όπως εξήγησε ο μαθητής του Ντένχαρντ, Τιμ Χούτνερς: «Αυτά τα ηλεκτρικά πεδία δημιουργούνται από τη νευρική δραστηριότητα ή την κίνηση των μυών».
Τα ψάρια δημιουργούν επίσης ένα πεδίο γύρω τους όταν οι βλεννογόνες μεμβράνες στο στόμα και στα βράγχιά τους «έρχονται σε άμεση επαφή με τον ωκεανό και απελευθερώνουν ιόντα στο νερό».
Το νερό, χάρη στο αλάτι που περιέχει, βοηθά στη διάδοση αυτών των πεδίων, τα οποία μπορούν να ανιχνευθούν από τα ζώα που έχουν αναπτύξει συστήματα για την αντίληψή τους. Οι καρχαρίες χρησιμοποιούν αυτή την αίσθηση για να πετύχουν τα θύματά τους σε μικρές αποστάσεις, ενώ για μεγάλες αποστάσεις χρησιμοποιούν την αίσθηση της όσφρησης.
Πώς έγινε το πείραμα
Για να επαληθεύσουν την ύπαρξη αυτής της αίσθησης στα ρινοδέλφινα, οι Χούνερς και Ντένχαρντ, χρησιμοποίησαν τις Ντόνα και Ντόλι, δύο θηλυκά δελφίνια του είδους που ζουν στο ενυδρείο της Νυρεμβέργης. Δημιούργησαν ένα σύστημα στο οποίο έπρεπε να αγγίξουν μια μπάλα όταν εντόπιζαν ένα ηλεκτρικό πεδίο- αν το έκαναν σωστά, ανταμείβονταν με μια ρέγγα.
Τα πειράματα, τα οποία πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια και τα αποτελέσματα των οποίων δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο Journal of Experimental Biology, έδειξαν ότι και τα δύο είχαν μεγάλη ευαισθησία στα ηλεκτρικά πεδία. Αν και με κάποιες διαφορές μεταξύ τους, ένιωθαν τα πεδία που δημιουργούνταν τόσο με εναλλασσόμενο όσο και με συνεχές ρεύμα. Για να μετρήσουν το εύρος, οι ερευνητές ξεκίνησαν με ένα πεδίο με ηλεκτρικό δυναμικό 500 μικροβόλτ ανά εκατοστό (μV/cm) και στη συνέχεια το μείωσαν.
Τόσο η Ντόνα όσο και η Ντόλι ήταν εξίσου ευαίσθητες στα ισχυρότερα πεδία. Στα μέτρια ισχύος πεδία, το ποσοστό επιτυχίας ήταν πάντα πάνω από 80%. Μόνο στα ασθενέστερα ηλεκτρικά πεδία η Ντόνα αποδείχθηκε ελαφρώς πιο ευαίσθητη, ανιχνεύοντας πεδία 2,4 μV/cm, ενώ η Ντόνι αντιλαμβανόταν πεδία 5,5 μV/cm.
Ένα μικροβόλτ ισοδυναμεί με ένα εκατομμυριοστό του βολτ. Για λόγους σύγκρισης, οι πλατύποδες, οι οποίοι επίσης τρέφονται με ζώα που κρύβονται στον πυθμένα (των ποταμών, στην περίπτωσή τους), εντοπίζουν καβούρια, γαρίδες ή έντομα που αποκαλύπτονται με ηλεκτρικά πεδία 25 έως 50 μικροβόλτ.
Πού βρίσκεται η έβδομη αίσθηση των δελφινιών
Η έβδομη αίσθηση αυτών των δελφινιών φαίνεται να βρίσκεται σε αισθητήρες που θυμίζουν τα μουστάκια που έχουν οι γάτες ή οι φώκιες.
«Κατά τη γέννησή τους, έχουν ακόμα θυλάκια με τρίχες που λειτουργούν ως μηχανοϋποδοχείς, αλλά χάνουν τις τρίχες λίγο μετά τη γέννηση και απομένουν μόνο άδειες κρύπτες», εξηγεί ο Χούτνερς.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα πίστευαν ότι αυτές οι τρύπες πάνω από το ρύγχος ήταν απομεινάρια του παρελθόντος που είχαν χάσει τη λειτουργία τους, ωστόσο όπως διαπίστωσε το πείραμα: «Σύμφωνα με τις δοκιμές μας και μια προηγούμενη μελέτη με ένα δελφίνι της Γουιάνας, οι κρύπτες δονούνται και μετατρέπονται από μηχανοϋποδοχείς σε ηλεκτροϋποδοχείς».
Απλώς και μόνο συστέλλοντας τους μύες τους ή ανταλλάσσοντας ιόντα με το νερό, τα υδρόβια ζώα δημιουργούν πεδία μεταξύ 50 και 500 μV/cm. Αν και οι συγγραφείς της μελέτης δεν χρησιμοποίησαν ζωντανά ψάρια για τα πειράματά τους, πιστεύουν ότι η ηλεκτροαντίληψη είναι το κλειδί για να τρέφονται τα δελφίνια.
Τα ζώα αυτά έχουν ικανότητες ηχοεντοπισμού, αλλά όταν βρίσκονται εκατοστά μακριά από ένα κρυμμένο θήραμα, η άμμος παρεμβάλλεται στο σήμα της ηχούς. Ωστόσο, αν και το ηλεκτρικό πεδίο εξασθενεί με την απόσταση, σε κοντινή απόσταση αποκαλύπτει το θήραμα.
Η δεύτερη λειτουργία της έβδομης αίσθησης
Οι βιολόγοι αναφέρουν επίσης μια δεύτερη λειτουργία αυτής της έβδομης αίσθησης, με τις νευρικές απολήξεις σε αυτές τις κρύπτες στο ρύγχος να λειτουργούν ως ένα είδος μαγνητόμετρου.
«Τα ηλεκτρικά και τα μαγνητικά πεδία είναι πάντα συνδεδεμένα», επισημαίνει ο Χούτνερς. Όταν ένα αγώγιμο σώμα κινείται μέσα σε ένα μαγνητικό πεδίο, δημιουργεί ένα ηλεκτρικό πεδίο. «Αυτό ονομάζεται ηλεκτρομαγνητική επαγωγή και υπάρχει στους καρχαρίες και πιθανώς στα δελφίνια», εξήγησε ακόμα ο ερευνητής. Καθώς κολυμπούν μέσα στο μαγνητικό πεδίο της Γης, δημιουργούν ένα ηλεκτρικό πεδίο γύρω από το σώμα τους.
«Αυτό το ηλεκτρικό πεδίο θα μπορούσε να είναι αρκετά ισχυρό ώστε να ανιχνεύεται από το ίδιο το ζώο, παρέχοντας πληροφορίες που μοιάζουν με χάρτη, τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει για να προσανατολιστεί στον ωκεανό», καταλήγει ο Χούτνερς σημειώνοντας πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να εξηγήσει τη συχνότητα με την οποία ξεβράζονται κήτοι μετά από μια ηλιακή καταιγίδα ή μια μαγνητική ανωμαλία.
Ο στόχος των πειραμάτων
Ο κύριος στόχος αυτών των πειραμάτων με τα ρινοδέλφινα ήταν να δείξουν ότι «η ηλεκτροαντίληψη δεν εμφανίζεται μόνο σε ένα είδος- είναι πιθανώς μια ικανότητα που έχει ίσως η πλειονότητα των οδοντωτών φαλαινών», ανέφερε ο Ντένχαρντ που είναι ο κύριος συγγραφέας αυτής της μελέτης.
Το πρόβλημα θα είναι η επαλήθευσή της, αν και υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι είναι αλήθεια. Πρόκειται για την περίπτωση των φαλαινών φυσητήρων, οι οποίες είναι επίσης οδοντωτά κητώδη και το βαρύτερο ζώο στον πλανήτη.
Ο Ντένχαρντ εξήγησε ότι αυτοί οι θαλάσσιοι γίγαντες πέθαιναν κατά δεκάδες, παγιδευμένοι σε υποβρύχια καλώδια και όπως και τα δελφίνια, τρέφονται επίσης με βενθικά ψάρια και, κατά την αναζήτησή τους, έπεσαν πάνω στα καλώδια, σπάζοντας περισσότερα από ένα.
Ωστόσο, τις τελευταίες δεκαετίες, δεν έχουν αναφερθεί πλέον θάνατοι αυτού του είδους. Η εξήγηση θα μπορούσε να είναι, σύμφωνα με τον Γερμανό επιστήμονα, «μια πρώτη ένδειξη της ικανότητας αυτών των κοιτών να αντιλαμβάνονται τα ηλεκτρικά πεδία».
Τα πρώιμα τηλεγραφικά, και αργότερα, τηλεφωνικά συστήματα, χρησιμοποιούσαν καλώδια με μεταλλικό πυρήνα που δημιουργούσαν ισχυρά ηλεκτρομαγνητικά πεδία, τα οποία θα μπορούσαν να έχουν προσελκύσει φάλαινες με ηλεκτρική αντίληψη. Ωστόσο, ούτε τα ομοαξονικά καλώδια ούτε οι οπτικές ίνες παράγουν αυτά τα πεδία, γι’ αυτό και οι φάλαινες φυσητήρες δεν αντιμετωπίζουν πλέον αυτό το πρόβλημα.