Η κολοστομία είναι χειρουργικός όρος που σημαίνει την εκτροπή της αποχετευτικής οδού του πεπτικού σωλήνα.
Κατά την κολοστομία τα κόπρανα δε βγαίνουν πια από τον πρωκτό αλλά από κάποιο, ενδιάμεσο, σημείο του παχέος εντέρου, κατά προτίμηση όσο γίνεται πιο κοντά προς το ορθό, που εκβάλλει διά του κοιλιακού τοιχώματος. Για αυτόν το σκοπό διανοίγεται και δημιουργείται ένα νέο, «παρά φύση», στόμιο απ' όπου, στο εξής, θα εξασφαλίζεται η τελική αποχετευτική λειτουργία του εντέρου.
Μία σημαντική επιπλοκή της κολοστομίας είναι η δημιουργία παραστομιακής κήλης. Η ζάχαρη έχει αποδειχθεί σε κλινικά περιστατικά ότι δρα ευεργετικά στην ανάταξη παραστομιακής κήλης.
Η διάγνωση της Mollie ήρθε όταν οι γονείς της τη βρήκαν λιπόθυμη στο ντους και τη μετέφεραν εσπευσμένα στο νοσοκομείο. Από τότε ζούσε με μεγάλα διαστήματα κορτιζόνης, το πρόσωπό της είχε πρηστεί και γενικά, όπως θυμάται σήμερα, δεν ήταν και στην καλύτερη κατάσταση. Της πρότειναν να υποβληθεί σε επέμβαση αφαίρεσης εντέρου στα 15 της. «Δεν το ήθελα καθόλου και το ανέβαλα ξανά και ξανά. Είπα στους γιατρούς ότι καλύτερα να πέθαινα παρά να έκανα αυτή την επέμβαση. Νόμιζα ότι θα τελείωνε η ζωή μου, ότι δεν θα είχα ποτέ αγόρι και πως κανένας δεν θα με αγαπούσε έτσι. Δεν θα μπορούσα ούτε εγώ να αγαπάω τον εαυτό μου ούτε να φοράω τίποτα».
Τελικά, αποφάσισε να το κάνει στα 18 της, μετά από μια ακόμα αποτυχημένη θεραπεία που την είχε αφήσει «συναισθηματικά εξαντλημένη» και με «πάρα πολύ πόνο». Όταν ξύπνησε στο νοσοκομείο, με τον σάκο που σήμερα ονομάζει Sid, δεν μπορούσε καν να παρακολουθεί τους νοσηλευτές να τον αλλάζουν και να τον αντικαθιστούν. «Επιστρέφοντας σπίτι με αυτό το πράγμα στο σώμα μου μού φάνηκε το πιο τρομακτικό από όλα».