Μίλα μου
«Το βρίσκω χρήσιμο να μετανιώνω. Με βοηθάει να μην κάνω τα ίδια λάθη»
Μια συζήτηση με τον Ρένο Χαραλαμπίδη για την καινούργια του ταινία, τον «Νυχτερινό Εκφωνητή», τα διαχρονικά πια «Φτηνά Τσιγάρα», τη ζωή και τη νυχτερινή Αθήνα.
Στον «Νυχτερινό Εκφωνητή» ένας βετεράνος ραδιοφωνικός παραγωγός, τη βραδιά που κλείνει τα πενήντα του χρόνια, αναζητά έναν ξεχασμένο έρωτα, από την εποχή της νιότης του, παίζοντας στον αέρα τα μηνύματα που διέσωσε ο παλιός τηλεφωνητής του. Είκοσι πέντε χρόνια μετά τα «Φτηνά Τσιγάρα», ο Ρένος Χαραλαμπίδης συστήνεται εκ νέου μέσα από μια γενναία, ραδιοφωνική εξομολόγηση με φόντο την αγαπημένη του πόλη, την Αθήνα – την ώρα που αυτή ενδύεται τον νυχτερινό της μανδύα.
Τη στιγμή της (κάπως αμήχανης) συνάντησης με τα πενήντα του χρόνια, ο Ρένος Χαραλαμπίδης αποφασίζει να βγει από την κινηματογραφική σιωπή, γράφοντας, σκηνοθετώντας και πρωταγωνιστώντας σε μια βαθιά προσωπική ταινία. Ή, όπως την ονομάζει ο ίδιος, ένα γράμμα προσωπικό και αυτοαναφορικό. Λίγο πριν από την επίσημη πρεμιέρα του «Νυχτερινού Εκφωνητή» στην Κύπρο στις 11 Ιουλίου*, μιλήσαμε μαζί του για την Αθήνα που διατρέχει -με ένα νήμα σχεδόν μαγικό- τις ταινίες του, για τα χρέη σε μακρινούς έρωτες, για τη ζωή, τον χρόνο, αλλά και για την ανάγκη να επανευρίσκει διαρκώς την αισιοδοξία του.
«Νυχτερινός Εκφωνητής», λοιπόν. Πώς θα περιγράφατε τη νέα σας ταινία με μια-δυο προτάσεις;
Είναι μια νυχτερινή αθηναϊκή ιστορία αναζήτησης κάποιου έρωτα που για δεκαετίες θεωρούνταν ξεχασμένος. Και όμως μέσα στις στάχτες αυτής της νεανικής αγάπης υπάρχουν ακόμα κάποιες φλόγες που μέσα από μια ραδιοφωνική εκπομπή μπορούν να γίνουν πυρκαγιά.
Ένας φίλος ήρθε μια μέρα στο γραφείο με τεράστια χαρά, ανακοινώνοντάς μας ότι ο Ρένος Χαραλαμπίδης βγάζει επιτέλους νέα ταινία. Το λέω αυτό για να επισημάνω κυρίως το «επιτέλους». Γιατί απουσιάζατε όλα αυτά τα χρόνια;
Πολλές φορές με ρωτάνε. Και πολλές φορές απαντάω με τον ίδιο τρόπο. Απλά δεν είχα τίποτα να πω. Όμως όταν συναντήθηκα με το πέρασμα στα 50, κατάλαβα ότι είχε έρθει η στιγμή να βγω από την κινηματογραφική μου σιωπή. Η μεγάλη οθόνη μόλις είχε παραλάβει από εμένα ένα γράμμα. Προσωπικό και αυτοαναφορικό.
Και επίσης, ανέφερα το περιστατικό για να τονίσω και το ότι έχετε πιστούς «ακολούθους» – μάλλον από την εποχή των «Φτηνών Τσιγάρων». Το αισθάνεστε εσείς αυτό; Ή δεν σας απασχολεί;
Τα «Φτηνά Τσιγάρα» έχτισαν μια μυθολογία που κανείς δεν είχε φανταστεί. Πέρασε στις επόμενες γενιές και το φιλμ μού στέλνει χαιρετίσματα από την πρώτη μου νιότη. Υπάρχει ένα ρεύμα σιωπηλό που έχει κάνει έντονη την παρουσία του στον «Νυχτερινό Εκφωνητή» αφού οι καλοκαιρινές αίθουσες κάθε βράδυ γεμίζουν. Πρωτόγνωρη εμπειρία για τον κινηματογράφο μου. Με πραγματικό ενδιαφέρον περιμένω την αντίδραση του κοινού στην Κύπρο.
Τα «Φτηνά Τσιγάρα» έχτισαν μια μυθολογία που κανείς δεν είχε φανταστεί. Πέρασε στις επόμενες γενιές και το φιλμ μού στέλνει χαιρετίσματα από την πρώτη μου νιότη. Υπάρχει ένα ρεύμα σιωπηλό που έχει κάνει έντονη την παρουσία του και στον «Νυχτερινό Εκφωνητή».
Μού μιλήσατε για ένα γράμμα προσωπικό και αυτοαναφορικό. Υπό ποια έννοια είναι αυτή η ταινία αυτοβιογραφική;
Αυτοβιογραφική σίγουρα με την έννοια της αγάπης μου στο ραδιόφωνο, της κρίσης της μέσης ηλικίας που ακόμα με βασανίζει, της λατρείας που έχω στην αρχαία Αθήνα μέσα στην καθημερινότητα. Επίσης, έχω κι εγώ τα χρέη μου σε μακρινούς έρωτες που δεν κατάφερα να ξεπληρώσω.
Άλλη μια ταινία σας που διαδραματίζεται στη νυχτερινή Αθήνα. Πόσο έχει αλλάξει η νυχτερινή Αθήνα που περιδιαβαίνει ο Ρένος από τα «Φτηνά Τσιγάρα» μέχρι τον «Νυχτερινό Εκφωνητή»;
Μιλάμε πια για μια άλλη πόλη. Σήμερα μου αρέσει πιο πολύ η Αθήνα από το 1999 που γύρισα τα «Φτηνά Τσιγάρα». Το μόνο που μου λείπει από τότε είναι η αίσθηση της ερημιάς που επικρατούσε στην καρδιά του Αυγούστου.
Η Αθήνα μοιάζει να είναι εκ των βασικών «συστατικών στοιχείων» στις ταινίες σας. Θέλω να πω, αυτές οι ταινίες θα μπορούσαν να υπάρξουν με τον ίδιο τρόπο σε μια άλλη πόλη του κόσμου;
Είμαι καβαφικός. Πιστεύω ότι μια πόλη για πάντα μας ακολουθεί και όπου και να πάμε, σε αυτήν θα καταλήγουμε μέσα μας. Για τον Καβάφη ήταν η Αλεξάνδρεια. Για εμένα η Αθήνα.
Σήμερα μου αρέσει πιο πολύ η Αθήνα από το 1999 που γύρισα τα «Φτηνά Τσιγάρα». Το μόνο που μου λείπει από τότε είναι η αίσθηση της ερημιάς που επικρατούσε στην καρδιά του Αυγούστου.
Αλήθεια, εσείς, αν ήσασταν η μπαλαρίνα, θα απαντούσατε στο κάλεσμα του εκφωνητή;
Ναι. Γιατί είναι το κάλεσμα ενός νάρκισσου που έχει καταλάβει τα λάθη του, έχει μετανιώσει, ζητάει ειλικρινά συγγνώμη και είναι επιτέλους ώριμος για μια βαθιά ανθρώπινη συνάντηση.
Αντιλαμβάνομαι από τα συμφραζόμενα πως υπήρξατε κι εσείς ο ίδιος νάρκισσος. Πώς βγαίνει κανείς από μία τέτοια κατάσταση; Πως γειώνεται ξανά;
Η ζωή έχει τον δικό της τρόπο να μας βάζει στη θέση μας. Για όλους υπάρχει η στιγμή που θα πάρουμε το πολύτιμο μάθημα της ταπείνωσης. Και αυτό για εμένα ήταν ένα μεγάλο δώρο που με έμαθε να βλέπω τη ζωή σαν μια θεατρική σκηνή που δεν παίζω μόνος μου αλλά με άλλους, οι οποίοι πολλές φορές ίσως και να αξίζουν περισσότερο χειροκρότημα απ’ ό,τι εγώ.
Πολλές φορές έχω χάσει την πίστη μου στη ζωή. Αλλά ακόμα περισσότερες την ξαναβρήκα. Δεν σκοπεύω να παραδοθώ στην απαισιοδοξία.
Έχετε, λοιπόν, εμπιστοσύνη στη ζωή; Και, αν ναι, αυτή η εμπιστοσύνη σάς κάνει λίγο πιο αισιόδοξο;
Πολλές φορές έχω χάσει την πίστη μου στη ζωή. Αλλά ακόμα περισσότερες την ξαναβρήκα. Δεν σκοπεύω να παραδοθώ στην απαισιοδοξία. Δεν ταιριάζει με το «πολεμικό» μου ήθος.
Έχετε μετανιώσει για πράγματα που κάνατε (ή δεν κάνατε);
Γενικά είμαι από τους ανθρώπους που μετανιώνουν γιατί το βρίσκω χρήσιμο. Με βοηθάει να μην κάνω τα ίδια λάθη. Υπάρχουν πολλά καινούργια λάθη να κάνεις. Τα παλιά ας μπούνε στο προσωπικό μουσείο εμπειριών του καθενός μας.
*Ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» κάνει πρεμιέρα στην Κύπρο την Πέμπτη, 11 Ιουλίου, στις 20:30, στον κινηματογράφο Πάνθεον, στη Λευκωσία.