Οκ, το χωνέψαμε, είναι δύσκολοι καιροί για πρίγκιπες. Και σίγουρα δεν είναι καιροί να κάθεσαι να ρουφάς μπύρες με τους φίλους σου, στην πέμπτη μπύρα ν’ αποφασίζεις ν’ ανοίξεις μπίζνα και την επομένη να ψάχνεις που να νοικιάσεις χώρο.
Βέβαια, θα μου πεις, ήταν αμέτρητα τα dvd-άδικα που άνοιξαν με τον τρόπο αυτό στα mid 90s, το ίδιο και τα περίπτερα, το ίδιο και τα pet shops αρχές των 00’s, μη σου πω και τα νεόφερτα γιαουρτάδικα, πόσο-γιαούρτι-να-φάει-το-πλάσμα-θεέ-μου.
Δυσκόλεψε η κατάσταση. Παρόλα αυτά έχω βάσιμες υποψίες πως με τον ίδιο τρόπο ανοίγουν τα café, μη σου πω και κάποια εστιατόρια, στις μέρες μας. Σου λέει, «τι χρειαζόμαστε;», μια καφετιέρα, δεν είν’ ανάγκη να ‘ναι επαγγελματική - αν τα παίξει σε λίγες βδομάδες παίρνουμε άλλη, καφέδες από κανένα στοκατζίδικο σούπερμαρκετ [ποιος θα πάρει χαμπάρι;], κανένα γλυκό απ’ αυτά που παίρνεις έτοιμα και προσθέτεις δυο αυγά και ένα κουταλάκι λάδι, μενού το κάνουμε πλαστικοποίηση, ευκολάκι, και 5 καρέκλες απ’ το γνωστό κατάστημα κι όσο αντέξουν αδελφέ μου.
Όσο για τις τιμές, ε, βλέπουμε τι χρεώνει ο δίπλα και ο πάραδιπλα και κινούμαστε αναλόγως. Και ανοίγει το café και δουλεύει σαν τρελό τον πρώτο μήνα. Γιατί είναι καινούριο πράμα, γιατί το έχουν φιλοξενήσει όλα τα έντυπα και τα ονλάιν -γιατί είναι καινούριο πράμα- και τον πρώτο καιρό σε στηρίζουν οι φίλοι, οι γνωστοί και τα facebook contacts σου.
Και κάποια μέρα ξυπνάς, ανακαλύπτεις πως το νοίκι και το ρεύμα δεν σου βγαίνουν και τσουπ, να το που κλείνει το café που θα έκανε πάταγο, όπως είχες εξάλλου ονειρευτεί εκείνη τη μέρα που έπινες μπύρες με τους φίλους σου.
Είμαι σίγουρη πως έχεις επισκεφτεί διάφορα τέτοια και έχεις σχηματίσει εικόνα για τι πράμα μιλάω.
Όλοι έχουμε σερβιριστεί κρασιά, 4 ευρώ το ποτήρι -Château Petrus δεν το λες- όλοι τσιμπήσαμε απ’ τα νέα-μόδα-στο-νησί-pinchos για 8 ευρώ τα πέντε κομμάτια, κι όλοι παραγγείλαμε απ’ αυτή τη σαλάτα των 9 ευρώ και στο πιάτο μάς σερβιρίστηκαν τρία μαρούλια και πέντε ντοματίνια άτσαλα τεμαχισμένα μες το πιάτο.
Δεν θέλω να το τραβήξω παραλιακά το πράμα, γιατί μου την σπάει μόνο που το σκέφτομαι, πως ένα BLT κοστολογείται στα 5 ευρώ, όσα του πεντάστερου ξενοδοχείου δίπλα, και το νερό κάνει 1,50 κι άμα θες.
Ας μην ανοίξουμε την συζήτηση για τις ώρες αιχμής στους χώρους αυτούς γιατί άκρη δεν θα βγάλουμε. Άμα έχεις ένα γκαρσόνι που δουλεύει δεκάωρο να σερβίρει είκοσι τραπέζια και σου ‘χει κάτσει κίνηση, δυσκολεύει το πράμα ξέρεις.
Ναι είναι δύσκολες οι εποχές που διανύουμε αλλά μην δυσκολεύεις κι εσύ περισσότερο τη ζωή σου.
Κι επειδή όσο Ευρωπαίος και να ‘σαι, εκατοντάδες κόσμο να πηγαινοέρχεται μες σε μια γειτονιά και να κάνει στάση για καφέ όπου να ‘ναι δεν θα δεις ποτέ στους κυπριακούς δρόμους, είναι κομματάκι δύσκολο να ξεγελάσεις τον πελάτη.
Ανορθογραφίες δεν χωράνε πια στο σκηνικό. Κάτσε να πιεις τις μπύρες σου με τους φίλους σου ή αν θα το πάρεις το ρίσκο, να ‘σαι προσεκτικός, γιατί ο καιρός της αρπαχτής μας έχει αφήσει χρόνους. Το ίδιο και του ακριβού καφέ που δεν πίνεται με τίποτα.