Είναι από τις λέξεις, εκφράσεις, καταφάσεις κοκ, που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας με την ίδια συχνότητα που αναπνέουμε. Αν σε όλο αυτό προσθέσεις και το γεγονός ότι η εν λόγω συντομογραφία έχει μυθοποιηθεί, από ελληνικής πλευράς, αφού θεωρείται ότι προέκυψε από το ελληνικό «Όλα Καλά» τότε οι απανταχού Έλληνες έχουν ακόμη ένα λόγο να είναι υπερήφανοι γι’ αυτόν τον παγκόσμιο κώδικα επικοινωνίας. Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι λέξεις με τις οποίες η ελληνική γλώσσα προίκισε το παγκόσμιο γίγνεσθαι, γιατί όχι και αυτή.
Δυστυχώς, όμως, ο μύθος καταρρίπτεται πανηγυρικά, αφού, όπως μαθαίνουμε το «ΟΚ» δεν προκύπτει σε κανένα σύμπαν από το Όλα Καλά, καθώς χρονολογείται από τις αρχές του 19ου αιώνα και προέκυψε από ένα ορθογραφικό λάθος.
Ναι, όσο και να μην το πιστεύεις, το ΟΚ είναι στην πραγματικότητα μία ανορθόγραφη συντομογραφία και όλα ξεκίνησαν στη Βοστόνη του 1830.
Οι εφημερίδες της τότε εποχής στη Βοστόνη, ήταν γεμάτες «ανορθόγραφες» συντομογραφίες με την εξής λογική: δεν χρησιμοποιούσαν τα γράμματα με τα οποία γράφεται η λέξη, αλλά αυτά που ακούγονται όταν την προφέρεις. Οι δημοσιογράφοι λοιπόν, όποτε ήθελαν να πουν «όλα εντάξει», έγραφαν ΟW (δηλαδή Oll Wright, αντί για All Right). Κι όταν ήθελαν να πουν «αρκετά ειπώθηκαν’έγραφαν KC (Knuff Ced, αντί για Εnough Said). Και μια μέρα, αντί για All Correct, έγραψαν ΟΚ (Οll Korrect).
Και ο λόγος που από όλες τις συντομογραφίες παρέμεινε και επικράτησε το ΟΚ; Γιατί ένας πολιτικός της εποχής του έδωσε συνέχεια και το καθιέρωσε.
Το 1840, λοιπόν, έτρεχε την προεκλογική του εκστρατεία ο Μάρτιν ο Βαν Μπιούρεν. Το παρατσούκλι του λοιπόν, ήταν «γέρος απ' το Κίντερχουκ» Αγγλιστί: «Old Kinderhook».
Οι οπαδοί του, έφτιαξαν το OK Club και στήριξαν την εκλογική τους καμπάνια στη λογική του «ΟK is OK» (Με Old Kinderhook θα είναι Oll Korrect!). Την ίδια στιγμή, οι αντίπαλοι άρχισαν να τρολάρουν το ΟΚ του Βαν Μπιούρεν, και το 'καναν πολύ καλά αν αναλογιστεί κανείς πως ο τύπος έχασε τελικά τις εκλογές. Το ΟΚ ωστόσο, είχε κερδίσει για πάντα τη θέση του στον κόσμο!
Με πληροφορίες από Provocateur.gr / Ηλίας Γεροντόπουλος