Ο κύριος Διγενής υπήρξε ένας από τους ελάχιστους σφουγγαράδες του Ακάμα
«Ψαρεύαμε σφουγγάρια σε όλη τη θαλάσσια περιοχή, από τον Γερόνησο (περιοχή Σιδερονήσια) μέχρι και τον Πωμό, από το 1971 μέχρι το 1986. Καταδυόμασταν μέχρι και τα 45-50 μέτρα βάθος, φορώντας μια μικρή μάσκα, πέδιλα, ενώ βάζαμε βάρος πέτρες για να μας κρατούν στον βυθό».
Πέμπτη 13 Μαΐου 2021
4
λεπτά
Από τον Χάρη Νικολάου, Λειτουργός του Τμήματος Δασών
*Οι φωτογραφίες μέσα στο άρθρο είναι από το ντοκιμαντέρ παραγωγής ΡΙΚ με τίτλο«Η σπογγαλιεία στην Κύπρο - 1981», στο οποίο καταγράφεται η καθημερινότητα του ψαροβαρκάρη Ττάππα (πατέρα του Διγενή) και της οικογένειάς του.
Στις διάφορες εξορμήσεις μου συνηθίζω να πιάνω κουβέντα με ντόπιους και να μαθαίνω πράγματα για αυτούς και τον τόπο μας. Σε μια πρόσφατη επίσκεψή μου στην περιοχή του Ακάμα συνάντησα τον κ. Διγενή Ιωάννου, από το Νέο Χωριό Πάφου, κάτοικο Πολεμίου, ο οποίος ξεκίνησε να μου μιλά για κάτι που για μένα ήταν άγνωστο μέχρι εκείνη την στιγμή.
Για την συλλογή σφουγγαριών στην ευρύτερη περιοχή του Ακάμα, με την οποία ασχολείτο από το 1971 μέχρι το 1986…
«Αρχικά στην περιοχή μας τη δουλειά την έκαναν ξένοι, που έρχονταν για τον σκοπό αυτό από Αίγυπτο και Λιβύη. Ο πατέρας μου αρχικά βοηθούσε στην επεξεργασία των σφουγγαριών.
Στη συνέχεια, από την ηλικία των 11 χρόνων, μαζί με τον αδερφό μου Χάρη, μας έβαλε στη δουλειά, αρχικά για να πατούμε και να καθαρίζουμε τα σφουγγάρια που έβγαζαν και στη συνέχεια αρχίσαμε να καταδυόμαστε και να μαζεύουμε και εμείς τα δικά μας σφουγγάρια.
Στην περιοχή δεν έκανε κανείς άλλος αυτή την δουλειά παρά μόνο η οικογένειά μας, ενώ κάποιοι άλλοι που είχαν βάρκες έφερναν ξένους από άλλες χώρες για να καταδύονται και να μαζεύουν τα σφουγγάρια.
Υπήρχαν και κάποιοι άλλοι από Λεμεσό που είχαν στήσει βάρκες και ασχολούνταν επαγγελματικά. Αυτοί καταδύονταν με αυτόνομες συσκευές.
Ψαρεύαμε σφουγγάρια σε όλη τη θαλάσσια περιοχή, από τον Γερόνησο (περιοχή Σιδερονήσια) μέχρι και τον Πωμό.
Καταδυόμασταν μέχρι και τα 45-50 μέτρα βάθος, φορώντας μια μικρή μάσκα, πέδιλα, ενώ βάζαμε βάρος πέτρες για να μας κρατούν στον βυθό. Χρησιμοποιούσαμε κομπρεσέρ που ήταν ενωμένο με τη μηχανή της βάρκας. Το κομπρεσέρ παρήγαγε αέρα σε βαρέλι και από εκεί έφευγε λάστιχο που κατέληγε σε regulator στο στόμα μέσω του οποίου αναπνέαμε και εισπνέαμε και μπορούσαμε να μείνουμε αρκετή ώρα κάτω από το νερό με απεριόριστο αέρα.
Δεν ακολουθούσαμε τους σωστούς χρόνους κατάδυσης, παραμονής στο νερό και αποσυμπίεσης. Ήταν όλα εμπειρικά.
Είχα πάθει νόσο των δυτών και με πήγαν στην Λευκωσία σε θάλαμο αποσυμπίεσης. Ακόμα και σήμερα, όταν κάνει κρύο νιώθω τους ίδιους πόνους στο πόδι που ένιωθα και τότε, όταν έπαθα τη νόσο. Τη μέρα που έπαθα την νόσο είχα κάνει 63 λεπτά κάτω από το νερό και είχα κατεβεί μέχρι τα 47 μέτρα… Κανονικά, σύμφωνα με τους πίνακες όπως τους είχα διαβάσει μετά έπρεπε να κάνω σταθμό αποσυμπίεσης γύρω στα 120 λεπτά… εγώ βγήκα στα 30 λεπτά.
Τα σφουγγάρια τα βάζαμε σε δίκτυ και μαζί με ψάρια που κτυπούσαμε με το ψαροντούφεκο που είχαμε πάντα μαζί μας τα βγάζαμε όλα πάνω.
Βγάζαμε τα σφουγγάρια στο λιμάνι, τα πατούσαμε, τα ξεπλέναμε, τα αφήναμε μέχρι την επόμενη μέρα και τα καθαρίζαμε.
Έρχονταν έμποροι από την Αίγυπτο μέσω μιας κοπέλας από την Ελλάδα, τα συσκεύαζαν και τα αγόραζαν.
Στην Κύπρο δεν υπήρχε αγορά για σφουγγάρια. Πωλούνταν μόνο λίγα, κυρίως σε τουρίστες.
Το καλό σφουγγάρι πουλιόταν 7 λίρες / οκκά ενώ το άλλο από το Λατσί μέχρι Πωμό πουλιόταν 4 λίρες/οκκά (ήταν κόκκινο από κάτω γιαυτό και ήταν πιο φθηνό).
Υπάρχουν πάρα πολλά είδη σπόγγων, εμπορεύσιμο όμως στις κυπριακές θάλασσες ήταν κυρίως το είδος Euspongia officinalis. Πολύ καλής ποιότητας ήταν επίσης και το είδος Ηіppospongia communis, γνωστό με το τοπικό όνομα μελάθθιν.
Σταμάτησα τη δουλειά αυτή το 1984, μετά από ατύχημα που είχα με μοτοσυκλέτα ενώ γενικά η εμπορία στην Κύπρο σταμάτησε το 1986 αφού είχε μειωθεί τόσο από τις θάλασσες της Κύπρου όσο και από τις ελληνικές θάλασσες. Όπως μας είχαν ενημερώσει οι Καλιμνιώτες, αυτό συνέβη λόγω της έκρηξης στο Τσέρνομπιλ.
Για την ακρίβεια το 1986 παρουσιάστηκε αρχικά στα σφουγγάρια της Καλύμνου και κάποιων άλλων περιοχών, μύκητας, που κατέστρεφε τα κύτταρα και τις ίνες του σκελετού τους, με αποτέλεσμα να αποσυντίθενται και να διαλύονται. Η ίδια ασθένεια εμφανίστηκε και στα σφουγγάρια της Κύπρου, ενώ το 1988 εντοπίστηκε στην Κρήτη και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Το 1990 άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους ξανά στις κυπριακές θάλασσες τα πρώτα υγιή σφουγγάρια».
«Το 2009», αναφέρει ο κ. Διγενής, «πούλησα τη βάρκα, το μετάνιωσα και δεν ξαναμπήκα θάλασσα ούτε καν για κολύμπι».
Σημειώνεται ότι η Κύπρος πάντα ήταν πλούσια σε σφουγγάρια, η εκμετάλλευσή τους όμως γινόταν κυρίως από Ελλαδίτες σφουγγαράδες.
Κατά τη δεκαετία του 1980, μερικοί δύτες οι οποίοι είχαν εκπαιδευτεί κατά τη θητεία τους στην Εθνική Φρουρά, άρχισαν να ασχολούνται επαγγελματικά με τη σπογγαλιεία. Σύμφωνα με αναφορές, τα σφουγγάρια ψαρεύονταν με ειδικά καμάκια, με σκάφανδρα, ιδιαίτερα όμως από δύτες που καταδύονταν με αυτόνομες αναπνευστικές συσκευές.
Τα παλαιά χρόνια, μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, Ελλαδίτες ψαράδες ψάρευαν σφουγγάρια στις κυπριακές θάλασσες με τη γκαγκάβα, ένα αλιευτικό εργαλείο που έμοιαζε με την τράτα το οποίο τραβούσαν με τις ανεμότρατες τους.
Την ιστορία του τόπου μας έχουμε χρέος να την καταγράψουμε. Φεύγουν οι μεγαλύτεροι και παίρνουν απίστευτα σημαντικό υλικό μαζί τους που χάνεται για πάντα.
Θερμές ευχαριστίες στον κ. Διγενή για τις τόσο χρήσιμες πληροφορίες.
* ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ το ντοκιμαντέρ του ΡΙΚ με τίτλο Η ΣΠΟΓΓΑΛΙΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ - 1981
Ο συνεργάτης του ΡΙΚ Ανδρέας Ξιναρής ακολουθεί την καθημερινότητα του ψαροβαρκάρη Ττάππα (πατέρας του Διγενή) και της οικογένειάς του και καταγράφει τις δυσκολίες της σπογγαλιείας.