Οι επιστήμονες αναγνωρίζουν βέβαια ότι πολλοί άλλοι παράγοντες συμβάλλουν στον κίνδυνο εμφάνισης Covid, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας, τυχόν υποκείμενων νοσημάτων, αλλά και της έκθεση στον κορωνοϊό, για παράδειγμα μέσω της εργασίας τους. Λένε όμως ότι η γενετική εξακολουθεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.
Ο Δρ Alexander Mentzer, Κλινικός Λέκτορας στο Κέντρο Wellcome, σχολίασε τη μεγάλη διακύμανση ως προς το πόσο γρήγορα οι εμβολιασμένοι θα μολυνθούν από COVID-19, σημειώνοντας πως ο γενετικός μας κώδικας μπορεί να επηρεάσει το πόσο πιθανό είναι να συμβεί αυτό με την πάροδο του χρόνου.
«Ελπίζουμε ότι τα ευρήματά μας θα μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε τα εμβόλια στο μέλλον, ώστε όχι μόνο να μας εμποδίσουν από το να αναπτύξουμε σοβαρή ασθένεια, αλλά και να μας κρατήσουν χωρίς συμπτώματα για όσο το δυνατόν περισσότερο», σημείωσε περαιτέρω.
«Από αυτήν τη μελέτη έχουμε στοιχεία ότι η γενετική μας σύνθεση είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους μπορεί να διαφέρουμε μεταξύ μας ως προς την ανοσολογική μας απόκριση μετά τον εμβολιασμό κατά της Covid-19», σημείωσε ο Δρ Julian Knight, καθηγητής Γονιδιωματικής Ιατρικής στο Κέντρο Ανθρώπινης Γενετικής Wellcome του Πανεπιστημίου και επικεφαλής ερευνητής.
«Χρειάζεται περαιτέρω δουλειά για την καλύτερη κατανόηση της κλινικής σημασίας αυτής της συγκεκριμένης συσχέτισης», πρόσθεσε. «Και γενικότερα για το τι μπορεί να μας πει ο προσδιορισμός αυτής της παραλλαγής γονιδίου σχετικά με το πώς δημιουργούνται αποτελεσματικές ανοσολογικές αποκρίσεις, αλλά και για να βρούμε τρόπους ώστε να συνεχίσουμε να βελτιώνουμε τα εμβόλια για όλους».
Η ομάδα αναγνωρίζει ότι υπάρχει επίσης επείγουσα ανάγκη να γίνει κατανοητό εάν τα ευρήματα ισχύουν και για εθνοτικά διαφορετικούς πληθυσμούς, επειδή διαφορετικές ομάδες έχουν διαφορετικά επίπεδα της παραλλαγής του γονιδίου.
Με πληροφορίες από BBC