Η αύξηση εξηγείται κυρίως από το γεγονός ότι η COVID-19, η ασθένεια που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός, πλήττει πιο σκληρά ανθρώπους με συννοσηρότητες που συνδέονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση (πάσχουν από καρκίνους, πνευμονικές παθήσεις, ή διαβήτη τύπου 2).
Εξάλλου, «αν συγκρίνουμε το 2020 με το 2019, ο αριθμός των πρόωρων θανάτων που μπορούσαν να αποδοθούν στην ατμοσφαιρική ρύπανση αυξήθηκε λόγω των (μικροσωματιδίων) PM2,5 αλλά μειώθηκε λόγω του NO2 (σ.σ. του διοξειδίου του αζώτου) και του O3 (του όζοντος)», εξηγεί ο ΕΟΠ στην έκθεσή του.
Σε ό,τι αφορά τα σωματίδια του όζοντος, ειδικά αυτά που εκπέμπονται εξαιτίας των οδικών μεταφορών και των βιομηχανικών δραστηριοτήτων, η τάση το 2020 ήταν πτωτική, με πάνω από 24.000 θανάτους (-3% σε έναν χρόνο).
Ως προς το διοξείδιο του αζώτου, αέριο που παράγεται κυρίως από τα οχήματα και τους ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς που καίνε ορυκτά καύσιμα, καταγράφηκαν 49.000 πρόωροι θάνατοι (-22% σε έναν χρόνο), κάτι που εν μέρει εξηγείται από τη μείωση της κίνησης στους δρόμους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ο ΕΟΠ, που έχει την έδρα του στην Κοπεγχάγη, δεν προσθέτει αυτούς τους απολογισμούς, για να αποφεύγει διπλές καταμετρήσεις, όπως λέει.