Ο Σαλντάνα ήταν 22 ετών όταν σημειώθηκε το αιματηρό περιστατικό το 1989 και εργαζόταν ως εργάτης σε παρακείμενη οικοδομή. Ήταν ένας από τους τρεις άνδρες που κατηγορήθηκαν για την επίθεση. Τελικά, καταδικάστηκε για έξι απόπειρες δολοφονίας και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης από 45 χρόνια έως ισόβια σε πολιτειακή φυλακή.
Η Εισαγγελία ξεκίνησε να διεξάγει έρευνα αφού πληροφορήθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο ότι ένας άλλος από τους καταδικασθέντες για την επίθεση δήλωσε το 2017, κατά την ακροαματική διαδικασία για την αποφυλάκισή του, ότι ο Σαλντάνα «δεν είχε καμία ανάμειξη στο περιστατικό και δεν βρισκόταν καν εκεί».
Το τραγικό είναι ότι παρότι στην ακροαματική διαδικασία ήταν παρών και ένα βοηθός εισαγγελέα, για λόγους που παραμένουν άγνωστοι, αυτός επέλεξε να μη μοιραστεί τις νέες πληροφορίες ούτε με τον δικηγόρο του Σαλντάνα, ούτε με οποιονδήποτε άλλον, όπως όφειλε να πράξει. Το αποτέλεσμα ήταν να παραμείνει για έξι ακόμη χρόνια στη φυλακή ο Σαλντάνα, προτού τελικά ανοίξει ξανά η υπόθεσή του και ακυρωθεί η καταδίκη του.
Ο εισαγγελέας Τζορτζ Γκασκόν παρότι δεν έδωσε λεπτομέρειες ζήτησε συγγνώμη από τον 55χρονο και την οικογένειά του. «Ελπίζω, όμως, η συγγνώμη μας να σας προσφέρει μια μικρή παρηγοριά καθώς ξεκινάτε τη νέα σας ζωή. (…) Το γεγονός ότι ένας άνθρωπος καταλήγει στη φυλακή για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε είναι τραγικό από μόνο του, όμως πρέπει να θυμόμαστε ότι κάθε φορά που λαμβάνει χώρα μια αδικία αυτού του μεγέθους, οι πραγματικοί ένοχοι παραμένουν ελεύθεροι για να διαπράξουν άλλα εγκλήματα».